Τετάρτη 23 Μαρτίου 2011

Κορφιάτικοι Θρύλοι – μέρος β΄


Αγυρώ
Μέσα απ’ το ομιχλώδες τοπίο των κορφιάτικων θρύλων, όπου η πραγματικότητα  συναντά την φαντασία, ξεπροβάλλει και μια καλπάζουσα μορφή μιας έφιππης ή μάλλον καλύτερα εφημίονης κυράς. Είναι η αρχοντοπούλα Αγυρώ. Ο θρύλος της έρχεται σε διάφορες εκδόσεις έχει όμως πάντα το ίδιο τραγικό φινάλε.
Ο μύθος μας μεταφέρει στην Κορυφώ των βυζαντινών χρόνων. Στην ύπαιθρο ηγεμόνευαν μεγαλογαιοκτήμονες αρχόντοι. Ένας από αυτουνούς ζούσε μαζί με τσι θυγατέρες του, η μια εκ των οποίων ήταν και η Αγυρώ, στον πύργο του κάπου στην βόρεια Κέρκυρα, στ’ Αγείρου. Ο άρχοντας αυτός είχε και ένα πύργο στο Παλαιόκαστρο, κοντά στο Βαλανειό. Σε εκείνα τα μέρη σύχναζε η Αγυρώ η οποία απολάμβανε να λούζεται στα ρυάκια τση περιοχής αλλά και να κυνηγά μες τα δάση γύρω από το Παλαιόκαστρο.
Η θέα απ' το μέρος που λένε πως φούνταρε η Αγυρώ
Οι καιροί όμως ήταν χαλεποί εκείνα τα χρόνια και το νησί δεχόταν επιδρομές πειρατών. Έτσι δυστυχώς το κακό δεν άργησε να την βρει. Την αποφράδα εκείνη μέρα λοιπόν, η Αγυρώ είχε βγει αμέριμνη βόρτα καβάλα στο μουλάρι της για να πλατσουρίσει στα κρυστάλλινα νερά κάποιου ρέματος. Επιστρέφοντας από την βόρτα προς τον πύργο της στο Παλαιόκαστρο αντίκρισε καπνό και φωτιά να ανυψώνονται πάνω από τον άλλο πύργο, εκείνον όπου διέμενε η φαμίλια της. Δεν άργησε να καταλάβει πως ο πύργος «εάλω» και πειρατές είχαν ρημάξει και λεηλατήσει τα πάντα στερώντας την έτσι από το βιός της. Ματαιότης ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότης σκέφτηκε και έβαλε μπρος για την τελική πράξη της απερπισίας. Έδεσε τα μάτια της με το το χρωματιστό μαντήλι που φορούσε στο κεφάλι καθώς και τα μάτια του μουλαριού με το κεντημένο της ζωνάρι. Με οδηγό το πεπρωμένο ξεκίνησε μια ξέφρενη πορεία. Τελικός προορισμός ήταν ο γκρεμός. Από κει έκαμε το τυφλό σάλτο μορτάλε καβάλα στο μουλάρι θέτοντας έτσι τέρμα στην ζωή της, όπως και του άμοιρου του ζώου.
Το μέρος απ’ όπου έπεσε η μοιραία Αγυρώ ονομάστηκε "Τση μούλας το πήδημα" για να υπενθυμίζει στις επερχόμενες γενιές το πάθημα τσ’ αρχοντοπούλας. Ο θρύλος όμως αναφέρει ότι δεν έχει μείνει μόνο η θύμηση της σε τούτο τον κόσμο. Ο άδικος χαμός της δεν επέτρεψε το πνεύμα της να αφήκει τον κόσμο των ζωντανών. Καταδικάστηκε σε αιώνια επανάληψη της τελευταίας πράξης του δράματος καβάλα στο μουλάρι της. Μάλιστα λένε πως κατά τσι μεσημεριανές ώρες στους ελαιώνες του Παλαιόκαστρου ακούγονται οι οιμωγές του αερικού τσ’ αρχοντοπούλας και οι καλπασμοί του μουλαριού της.
Μια ελαφρά παραλλαγή του θρύλου θέλει τον πατέρα της βασιγιά σε μια μυθική πολιτεία που υπήρχε κάπου στην περιοχή Αγίου Γεωργίου Πάγων. Η Αγυρώ την μέρα της καταστροφής είχε πάει για επιθεώρηση στο οχυρό που βρισκότανε στο Παλαιόκαστρο και για να λουστεί στα λουτρά στο Βαλανειό. Επιστρέφοντας αντιλήφθηκε την καταστροφή που συνέβη στην πολιτεία και μη βρίσκοντας άλλη λύση έκαμε έκαμε τα γνωστά. Άλλη πάλι εκδοχή θέλει την Αγυρώ βασίλισσα τση Παμφλαγώνας, μια μυθικής πολιτείας που βρισκότανε λένε στην βορειοδυτική Κέρκυρα, κοντά στον Αφιώνα. Η συνέχεια είναι ίδια. Πειρατές λεηλατούν την πολιτεία και η βασίλισσα απελπισμένη φουντάρει στο κενό καβάλα στο μουλάρι της. Προφανώς σ’ αυτήν την περίπτωση ο μύθος μπλέχτηκε με αυτόν της βασίλισσας της Παμφλαγώνας
Στοιχεία που να δίνουν κάποια αληθινή βάση στο μύθο δεν έχουν βρεθεί. Τα μόνα που υπάρχουν στο Παλαιόκαστρο είναι τα ερείπια μιας βυζαντινής εκκλησιάς καθώς και το τοπωνύμιο "Τση μούλας το πήδημα" εκεί κοντά. Από κάστρο ή πύργο τίποτις. Ούτε έχουν βρεθεί ενδείξεις για τσι μυθικές πολιτείες. Όπως και να έχει οι κάτοικοι των γύρω περιοχών διατηρούν την μνήμη της Αγυρούς ζωντανή. Μάλιστα στο Βαλανειό τιμούν την μυθική ηρωίδα χρησιμοποιώντας την ως έμβλημα στον μουσικό τους όμιλο που ονομάζεται "Το Κόρο".

Οι επιρροές της Αγυρούς
Η περίπτωση τσ’ ηρωίδας μας, μας φέρνει στο μυαλό και κάποιους άλλους, παρεμφερείς μύθους.
Μια χαρακτηριστική τέτοια περίπτωση σχετίζεται με ένα πραγματικό πρόσωπο, τον Λέοντα Σγουρό. Αυτός ήταν ο αυτόνομος άρχοντας του Ναυπλίου στις αρχές του 13ου αιώνα και βρισκόταν στα μαχαίρια με τους Φράγκους που αλώνιζαν τον ελληνικό χώρο μετά τα επακόλουθα της Δ΄ Σταυροφορίας. Κατά μια εκδοχή αυτός σκοτώθηκε άδοξα στην πολιορκία του Ναυπλίου από τους Φράγκους. Όμως εδώ επενέβη η λαϊκή δοξασία και του απέδωσε ένα πιο ηρωικό τέλος. Ο θρύλος λέει πως ο Λέων παγιδεύτηκε από τους πολιορκητές του στο κάστρο στον Ακροκόρινθο και όταν είδε πως η ζυγαριά της μάχης έγερνε προς την πλευρά των Φράγκων προχώρησε στην ύστατη πράξη. Πήδηξε έφιππος από τα τείχη του κάστρου προς τον θάνατο αρνούμενος να πέσει στα χέρια των εχθρών του.
Επίσης άλλος ένας τέτοιος μύθος μας έρχεται από την Αλβανία. Εδώ πρωταγωνιστεί μια σχεδόν συνώνυμη με την δικιά μας ηρωίδα, η Αργυρώ. Ο μύθος λέγει πως η Αργυρώ ήταν αρχόντισσα του Αργυρόκαστρου στα μέσα του 15ου αιώνα. Εκείνα τα χρόνια πατούσαν πόδι στην περιοχή οι Τούρκοι και έτσι το Αργυρόκαστρο δεν άργησε να βρεθεί υπό την πολιορκία τους. Η πόλη δεν κατάφερε να τους αντισταθεί και η Αργυρώ απελπισμένη γκρεμίστηκε αγκαλιά με το παιδί της από τα τείχη του κάστρου της. 

Πηγές:

Τρίτη 22 Μαρτίου 2011

Κορφιάτικοι Θρύλοι - μέρος α΄

Οι μύθοι και οι θρύλοι αποτελούν ένα ιδιαίτερο κομμάτι τση φολκλορικής παράδοσης ενός τόπου. Είναι παιδιά της καρπερής λαϊκής φαντασίας που εμπνέεται από διάφορα ερεθίσματα και τους γεννά για να εξυπηρετήσουνε διάφορους σκοπούς. Έτσι και τσου Κορφούς η παράδοση διασώζει μια σειρά λαϊκών δοξασιών, σε κάποιες από τις οποίες μάλιστα αποτυπώνεται έντονα και ο χαραχτήρας του νησιού. Ας δούμε λοιπόν μερικές από αυτές.

Καταραμένοι αρχόντοι
Πύργος Ντάντολου, υπόλειμμα του φεουδαλικού παρελθόντος.
            Τα παγιά τα χρόνια μεγάλο μερίδιο από την πίτα τση γαιοκτησίας είχαν οι τοπικοί αρχόντοι. Κάποιοι από δαύτους επέβαλαν βαριές υποχρεώσεις σε όσους είχανε αγροληπτικές σχέσεις μαζί τους, ασκούσαν εξουσία στην επικράτεια τους και δύσκολα έβρισκε κανείς το δίκιο του όταν τα ’βανε με αυτουνούς. Έτσι δεν τσου συμπαθάγανε και πολύ οι ποπολάροι. Τούτο εκφράζεται στην ντόπια παράδοση μέσω κάποιων μυθευμάτων. Σ’ αυτά οι αρχόντοι, που στην πραγματική ζωή την έβγαναν πάντα καθαρή, βρίσκουν την τιμωρία τους μετά θάνατον και οι ποπολάροι βγαίνουν κερδισμένοι. Ακολουθούν δυο τέτοια παραδείγματα:

Κάποτε ένας κακομοίρης χωριάτης είχε ανάγκη και δανείστηκε όβολα από τον Κομπίτση, έναν πλούσιο άρχοντα τση χώρας που έδινε προστύχια (= προκαταβολική πώληση αγροτικών προϊόντων σε πολύ χαμηλή τιμή από αγρότες για την εξασφάλιση ρευστού) με μεγάλο διάφορο. Ο χωρικός με τα χίλια ζόρια κατάφερε να αποπληρώσει το χρέος του και μετά το πέρας της συναλλαγής ζήτησε από τον άρχοντα το χαρτί του κοντράτου. Ο κόντες του είπε: «Δεν το έχω στο χέρι τώρα άμε καλιά σου και το χω εγώ κατά νου». Όταν όμως ο Κομπίτσης πέθανε, οι κλερονόμοι του βρήκανε στα χαρτιά του το χρέος του χωριάτη. Πήγαν το λοιπόν και τον βρήκαν για να του το ζητήσουν. Ο χωρικός τους είπε ότι το είχε ξεπληρώσει αλλά αυτοί δεν τον πίστεψαν και απείλησαν ότι θα τον ρίξουν φυλακή.
Τι να κάμει ο χωρικός, παράτησε τη φαμίλια του και κρυβόταν τσ’ ερημιές. Όπως τριγύριζε, κατά τα μεσάνυχτα επέρνουνε από ένα τράφο και άκουσε θορύβους. Νόμισε πως ήταν αυτοί που τον κυνηγούσαν και γι’ αυτό κρύφτηκε. Αλλά τι γλέπει; Μια ορδή διαόλων που στο τέλος της ακολουθούσε ο Κομπίτσης, φορώντας τη βελάδα του, με ένα σακί στην πλάτη. Ο χωρικός πετάχτηκε από την κρυψώνα του και είπε στον Κομπίτση τι κακό του 'καμε. Ο άρχοντας του ζήτησε να βρεθούν την επόμενη βδομάδα και να φέρει χαρτί και καλαμάρι για να του κάμει το συμφωνητικό ότι τονε ξεχρέωσε.  Έτσι θα απάλλασε τον χωρικό από τον μπελά του. «Φόρσι και μου βγάλουνε ετούτο το σακί με τον ασβέστη» είπε ο άρχοντας. Ήταν η τιμωρία του για τα κακά που είχε κάμει.

Ένας άρχοντας από την φαμίλια των Μπενεβιτιδώνε (Μπενεβίτης και παραλλαγή με Καλοκαρδιάρη) ήταν άδικος άνθρωπος και αιματοφάης των φτωχώνε. Σαν πέθανε τον πήραν οι διαόλοι και για να τον τιμωρήσουν τονε κάμανε γάιδαρο. Οι διαόλοι ερχότανε κάθε βράδυ στη γη για τσι βρωμοδουγειές τους και μαζί τους σέρνανε τον άρχοντα-γάιδαρο φορτωμένονε.
Κάποια μέρα ένας νέος από τον Ποταμό που δούλευε στα καμίνια, εγελάστηκε από την ώρα και ασκώθηκε πολύ αμπωνόρα. Ντύθηκε λοιπόν και κίνησε για τη δουγειά του. Καθώς επέρνουνε από τον Κακόντραφο άκουσε γέλια και φωνές. Κοίταξε και είδε ότι ερχότανε ο γάιδαρος με μιλιούνια διαόλους. Το παιδί δεν πονηρεύτηκε και δεν τσου κατάλαβε. Οι διαόλοι τον ρώτησαν που πάει και αυτός τσου ‘πε. Παμπόνηροι καθώς ήταν του πρότειναν «Δεν έρχεσαι στην δούλεψη μας να βγάλεις τα τρίδιπλα όβολα;». Η δουγειά του θα ήταν να δέσει στην σαμάρα του γαϊδάρου δυο κοφίνια, να τα γιομίζει πέτρες και να πηγαίνει να τα αδειάζει σ’ ένα πηγάδι εκεί κοντά. Όταν θα χωνότανε το πηγάδι θα τονε πληρώνανε και θα πήγαινε σπίτι του. «Για πιο γρήγορα βάνε και πανωγόμι (=φορτίο πάνω από το κυρίως φόρτωμα του σαμαριού), βαστάει ο γάιδαρος» του είπανε.
Ο νιός εδέχτηκε και αρχίνισε να φορτώνει τσι πέτρες. Τούτη η δουγειά γινότανε μοναχά το βράδυ. Σαν ελάλουνε ο πετεινός τονε παίρνανε και χανότανε. Το πηγάδι όμως ήταν άπατο. Έβγανε στην κόλαση και δεν θα χωνότανε ποτέ. Έτσι μια νύχτα που οι διαόλοι έτυχε να είναι μακριά ο γάιδαρος εμίλησε. Του είπε πως ήταν άνθρωπος και είχε κάμει πολλά κακά. Επίσης μολόησε στον νεαρό την μπαγαποντιά που του κάμανε. «Δεν θα σε αφήκουνε να φύγεις. Άμα θες να γυρίσεις σπίτι σου βρες και γιόμισε τον κόρφο σου με βολβούς από κοπελούλες (=κυκλάμινα). Οι διαόλοι δεν θα μπορούνε να σε βλάψουνε και θα μπορέσεις να φύγεις» τονε συμβούλεψε. Επίσης του δωκε παραγγελία να πάει στην χώρα στην τάδε κοντράδα και στο τάδε σπίτι που ήτανε το αρχοντικό του. Εκεί να βρει τον γιό του και να του πει όσα είδε και έπαθε. Ακόμη να ζητήσει από τον γιό να κάμει 40 συλλείτουργα απάνω στον τάφο του φόρσι και λιγοστέψουνε οι αμαρτίες του. Τέλος να μοιράσει όβολα τσου φτωχούς και να δώκει σ’ αυτόνε όσα του τάξανε οι διαόλοι. Έτσι ακριβώς έκαμε το παιδί και γλύτωσε από το μαρτύριο. Έγινε νοικοκύρης και είχε πάντα να λέει για το τι τράβηξε.
 
Η βασίλισσα τση Παμφλαγώνας
Πόρτο Τιμόνι, Αφιώνας
Ο Γερμανός γεωγράφος, καθηγητής και περιηγητής Ιωσήφ Πάρτς εξέδωσε στα τέλη του 19ου αιώνα ένα αξιόλογο έργο όπου κάνει μια γεωγραφική περιγραφή του νησιού της Κέρκυρας. Σε αυτό μεταξύ άλλων αναφέρει και κάποιους θρύλους τση περιοχής.
Ένας από αυτούς μας αφηγείται το πάθημα της βασίλισσας τση Παμφλαγώνας. Η Παμφλαγώνα λέει, ήταν μια μυθική πολιτεία που βρισκόταν στην περιοχή του Αφιώνα, στ’ Αγείρου. Εκεί βασίλευε η συνονόματη με την πόλη της, βασίλισσα Παμφλαγώνα. Κάποια στιγμή λοιπόν ο άντρας της έμασε τα φουσάτα του και έφυγε να πολεμήσει έναν ξένο λαό. Αυτός τελικά μας βγήκε ατακτούλης και αντί να υψώσει το σπαθί, ερωτεύτηκε τα μάτια της βασίλισσας των οχτρών του και κλέφτηκε μαζί της. Τα φόρεσε λοιπόν τα κέρατα στην γυναίκα του η οποία δεν άργησε να μάθει τα μαντάτα. Έγινε πυρ και μανία και ζήτησε εκδίκηση. Έτσι όταν είδε το πλοίο του άπιστου συζύγου να επιστρέφει προχώρησε στην πράξη. Κοτζάμ ρεγγίνα καθώς ήταν είχε τα μέσα. Παρακάλεσε τον προστάτη των ναυτικών και αντικαταστάτη του Ποσειδώνα, Άη Νικόλα, να τιμωρήσει τον άντρα της ώστε να μην γυρίσει ποτέ πίσω. Ο Άγιος λοιπόν της έκανε το χατήρι και πέτρωσε το καράβι του άντρα της.
            Η ιστορία αυτή φέρνει στον νου το περιστατικό από την Οδύσσεια όπου ο Ποσειδώνας πετρώνει το καράβι του Οδυσσέα. Επίσης το όνομα Παμφλαγώνα θυμίζει την Παφλαγονία, αρχαία περιοχή της βόρειας Μικράς Ασίας όπου κατοικούσαν οι Παφλαγόνες. Πάντως δεν έχουν βρεθεί ενδείξεις που να δίνουν κάποια πραγματική βάση στον μύθο. Αν και κάποια αρχαιολογικά ευρήματα δείχνουν ανθρώπινη δραστηριότητα στην περιοχή του Αφιώνα και στο Πόρτο Τιμόνι από τα αρχαία χρόνια, τίποτα δεν συνηγορεί στην ύπαρξη κάποιας πόλεως, απατημένων βασιλισσών ή ....πετρωμένων καραβιών.

Πηγές:
  • Η έννοια του δικαίου στις λαϊκές δοξασίες, Γ. Χυτήρης – Κερκυραϊκά χρονικά τόμος XIX
  • Η νήσος Κέρκυρα – Joseph Partsch