Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010

Μέσων Χρόνων Λείψανα - Μέρος γ΄


Εις τα χωρία Περίθειας και Λαυκίου
    Ως αρχαιότερη παρουσία της Περίθειας στα τεκμήρια θεωρείται η αναφορά του τοπωνύμιου «Perchia» το 1284, στα Ανδηγαυικά χρόνια. Μάλιστα εκείνη την εποχή υπήρχε στην περιοχή και κουρατορία, εδαφική ιδιοκτησία ανήκουσα στην εκκλησία. Το σίγουρο όμως είναι ότι η Περίθεια, όπως και το Λαύκι, απαντούν ήδη ως οικισμοί το 1347, όταν μετείχαν, μαζί με άλλα χωριά, στην ανέγερση του ναού του Παντοκράτορα του Υψηλού.



     Αιώνιος φρουρός της εισόδου της Περίθειας του φημισμένου μας χωριού φαντάσματος, ο Άγιος Ιάκωβος ο Πέρσης, στρατιωτικός Άγιος, μετρά αρκετούς αιώνες ζωής. Στις πηγές απαντά από το 1502 αλλά είναι παλαιότερος όπως δείχνουν οι έρευνες των ειδικών. Βρίσκεται υπό εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης, αφού διαπιστώθηκε ότι διαθέτει αξιόλογες τοιχογραφίες, αναγόμενες πιθανόν στην υστερομεσαιωνική περίοδο.

    Ο Άγιος Παντελεήμων, που στέκει έρημος και εγκαταλελειμμένος λίγο έξω από το χωριό, υφίστατο ήδη το 1467 όπως πληροφορούν οι πηγές. Συγκεκριμένα «ανικοδομίθι και εζογραφήθη... επί έτους στθοε», από τον ιερέα Νικόλαο Κορμαρή και την οικογένειά του. Η ηλικία του υπάρχοντος κτιρίου δεν είναι γνωστή και ίσως είναι μεταγενέστερη της εξεταζόμενης περιόδου.
    Ο ναός των Άγιων Θεοδώρων της λίμνης Αντινιώτης, εμφανίζεται στις πηγές των αρχών του 16ου ως υπαρκτός. Πιθανόν υπήρχε και τον προηγούμενο αιώνα. Σήμερα έχει ανακαινιστεί, δεν εμφανίζει ίχνη παλαιότητας και κτιριακά είναι πιο πρόσφατος. 
   Στο χωριό Λαύκι, τα τεκμήρια μιλούν για τον Άγιο Νικόλαο του Κοντογιώργη από την πρώτη δεκαετία του 16ου αιώνα και δεν αποκλείεται ο ναός να προϋπήρχε. Ερώτημα ακόμη παραμένει αν ταυτίζεται με τον σημερινό Άι Νικόλα του χωριού.



Αγία Αικατερίνη


   Η μονή τσ' Αγίας Αικατερίνης βρίσκεται στην περιοχή της λιμνοθάλασσας Αντινιώτης. Αγκαλιασμένη με άγρια βλάστηση και αφημένη στο έλεος του χρόνου δένει με τη φυσική ομορφιά του τοπίου δημιουργώντας μια ιδιαίτερη εικόνα.



    Το μοναστήρι κτίστηκε στις αρχές του 18ου αιώνα. Όμως τρίπλευρη αψίδα του ιερού της εκκλησίας χρονολογείται στον 12ο ή 13ο αιώνα. Αυτό πιστοποιείται από την μορφολογία της, η οποία παρουσιάζει χαρακτηριστικά τεχνοτροπίας βυζαντινών χρόνων. Πρόκειται για μια λίθινη κατασκευή, δομημένη κατά το πλινθοπερίκλειστο σύστημα. Στην βάση της στέγης της αψίδας πάνω σε πλακίδια είναι χαραγμένες οι λέξεις ΙωCΗΦ ΚΘΓΜΝ (μάλλον καθηγούμενος). Κρίνοντας από την καλοδουλεμένη τοιχοποιία της αψίδας θα πρέπει ο παλαιότερος ναός να ήταν περίτεχνα κατασκευασμένος. Στη βυζαντινή περίοδο ανάγεται και το καμπαναριό κάτι που το καθιστά ίσως το αρχαιότερο του νησιού, επομένως ιδιαίτερα σημαντικό. Ο υπόλοιπος ναός υπέστη μετασκευή ή επέκταση το 1713 όπως πληροφορεί επιγραφή στο υπέρθυρο. Οι σωζόμενες τοιχογραφίες στο εσωτερικό του ανάγονται σ' εκείνη την εποχή.



      Η μονή περικλείεται από ένα ψηλό τοίχο, στον οποίο ενσωματώνεται και ο ανατολικός τοίχος του ναού, προφανώς επακόλουθο της αναγκαιότητας για προστασία στην εποχή κατά την οποία ανεγέρθηκε. Επίσης σώζεται κτίσμα το οποίο χρησιμοποιούνταν μέχρι λίγες δεκαετίες πριν ως φυλάκιο. Σύμφωνα με τον Ι. Μπουνιά το χαμηλότερο μέρος αυτού ανήκε σε μια ντούρη, οικοδόμημα οχυρωματικού χαρακτήρα. Στη βόρεια πλευρά του περιτοιχίσματος βρίσκεται η είσοδος της, την οποία όμως έχει φράξει μια μεγάλη σουκιά. Πρόκειται για ένα πλήρες μοναστηριακό συγκρότημα αφού στον περίβολο του σώζονται ερείπια λουτρουβιού, αποθηκών, κελιών και βοηθητικών χτισμάτων. Δυστυχώς όλα σε κάκιστη κατάσταση, αφού κανείς, υπόπτως και υπ' ευθύνη πολλών παραγόντων, δεν έχει ενδιαφερθεί για την ανάδειξη του οικοδομήματος.

Εις τα χωράφια του Κασοποίου
    Το γραφικό ψαροχώρι της Κασσιώπης κρύβει μια μακρά ιστορία πίσω του η οποία ριζώνει πίσω στα αρχαία χρόνια. Γνώρισε μεγάλη ακμή στα Ρωμαϊκά χρόνια και το κέντρο του οικισμού της τοποθετείται γύρω από τον σημερινό ναό της Κασσωπίτρας, στη θέση της οποίας πιθανολογείται ότι βρισκόταν ο ναός του Κάσσιου Δία. Στον μεσαίωνα είχε χάσει την αίγλη της και πέρα από τον ναό της Κασσωπίτρας, γνωστό τότε προσκύνημα, το λιμάνι - σκάλωμα και ίσως λίγες οικίες, δεν φαίνεται να υπήρχε συγκροτημένος οικισμός. Όμως γινόταν σπουδαία εμποροπανήγυρη εκεί στην οποία οι ποπολάροι διέθεταν τα προϊόντα τους, όπως μαθαίνουμε από αναφορά των Κερκυραίων χωρικών προς την Σερενίσιμα το 1414. Επίσης, η στρατηγική της θέση την έκανε και αυτόπτη μάρτυρα πολεμικών συγκρούσεων. Χαρακτηριστική περίπτωση η μπατάγια Βυζαντινών-Νορμανδών στο λιμάνι της Κασσιώπης το 1084, όπως μας αναφέρει η Άννα Κομνηνή στην Αλεξιάδα, καθώς και οι συγκρούσεις Βενετσιάνων-Γενοβέζων το 1386.


Φρουριο Κασσιώπης

      Στο βραχώδες ακρωτήρι τση βόρειας πλευράς του κόλπου της Κασσιώπης και πάνω από τον οικισμό, ορθώνεται ερειπωμένος ο φύλακάς της. Πρόκειται για ένα από τα τρία καστέλλια τση κερκυραϊκής ύπαιθρου το οποίο δεν μας έχει αποκαλύψει πολλά από τα μυστικά του. Αν και δεν φαίνεται να έπαιξε κάποιο ουσιαστικό ρόλο στην άμυνα του νησιού ή να καθόρισε την τύχη του, η στρατηγική του θέση, που του επέτρεπε να φυλά το βόρειο στενό πέρασμα, του προσέδιδε σημασία. Εκτός αυτού, όπως και για τα υπόλοιπα οχυρά, ένας από τους σκοπούς του ήταν η προστασία ενός μέρους του πόπολου της υπαίθρου. 
    Η ιστορία του φρουρίου είναι αρκετά ομιχλώδης. Στις επιστολές του πάπα Γρηγόριου του Διαλόγου, ήδη από τις αρχές του 7ου αιώνα μ.Χ η Κασσιώπη χαρακτηρίζεται castrum και αναφέρεται ότι εκεί εγκατασταθήκαν ο επίσκοπος και κάτοικοι της Εύροιας (σημερινό Γλυκύ Θεσπρωτίας) μεταφέροντας μαζί τους το λείψανο του Αγίου Δονάτου, το οποίο εναποτέθηκε στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη εντός του κάστρου. Βάσει αυτών, κάποιοι υποστηρίζουν ότι ο χώρος οχυρώθηκε τον 6ο με 7ο αιώνα πάνω σε Ρωμαϊκά ερείπια. Την κατάσταση περιπλέκουν οι χρονικογράφοι του 11ου - 12ου αιώνα αφού άλλοτε αναφέρουν την Κασσιώπη λιμάνι, άλλοτε castrum, άλλοτε κατεστραμμένη και γεμάτη φίδια, χωρίς να καθίσταται σαφές αν υπήρχε κάστρο ή όχι και αν υπήρχε οικισμός εντός ή εκτός του. Οι περιηγητές του 17ου αιώνα μιλούν μόνο για τείχη και τίποτε άλλο εντός, παρόλο που στις γκραβούρες που συνοδεύουν τα έργα τους απεικονίζονται ερείπια εντός των τειχών. Είναι εμφανές ότι στις πηγές επικρατεί σύγχυση σχετικά με τα ερείπια της αρχαία πόλης και ίσως οι πρώιμες αναφορές για κάστρο να μην σχετίζονται με το υπάρχον. Διότι οι μέχρι τώρα έρευνες συγκλίνουν στο ότι το υπάρχον οχυρό έχει μια οικοδομική φάση, αρκετά μεταγενέστερη μεσαιωνική, χτίστηκε βιαστικά για συγκεκριμένο λόγο, σ' άλλη θέση από την αρχαία πόλη με την οποία δεν πρέπει να συμβάδισε και δεν φαίνεται να συμπεριέλαβε συγκροτημένο οικισμό. Πάρα ταύτα, όλα τα ενδεχόμενα είναι ακόμη ανοικτά διότι αρχαιολογικές έρευνες στον χώρο του κάστρου, έφεραν στο φως ευρήματα πρωτοβυζαντινής και μεσοβυζαντινής εποχής. Άρα ο χώρος ήταν ήδη σε χρήση κατά τα πρωτοβυζαντινά χρόνια και ίσως έχει βάση το πρώτο σενάριο.
    Πιο πιθανή πάντως, αν και πάλι δεν έχει εντοπιστεί σχετική μαρτυρία, θεωρείται η κατασκευή του στα Βυζαντινά χρόνια, κατά τον 12ο με αρχές 13ου αιώνα και αυτό υποστηρίζεται από τα μορφολογικά του στοιχεία. Σ' αυτήν τη χρονική περίοδο έχουν χαθεί ανεπιστρεπτί οι βυζαντινές κτήσεις στην Ιταλία. Η Κορυφώ αποτελεί πλέον το δυτικό σύνορο τση Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και καθίσταται συχνά πεδίο αψιμαχιών Βυζαντινών και Νορμανδών. Αυτό επέβαλε ως ανάγκη την αναβάθμιση των οχυρώσεων της νήσου και ενδεχομένως τότε έγιναν οι οχυρώσεις στην Κασσιώπη. Η άλλη άποψη που θέλει το φρούριο να χτίστηκε επί Ανδηγαυών (1267 – 1386) αντικρούεται από τα ιστορικά ντοκουμέντα εκείνης της εποχής που δεν μνημονεύουν ανέγερσή του και στα περί εφοδιασμού των κάστρων που λειτουργούσαν τότε στην Κέρκυρα, δεν γίνεται πουθενά λόγος γι' αυτό της Κασσιώπης. Πιθανότατα επανδρώθηκε στα τελευταία χρόνια των Ανδηγαυών επί ηγεμονίας Jacques des Baux (1382 – 1383). Πάντως γεγονός είναι ότι το 1386, έτος κατάληψης της νήσου από τσου Βενετσιάνους, το κάστρο κατείχαν οι Γενοβέζοι οι οποίοι αρνούνταν να παραδωθούν. Οι Βενετσιάνοι έπειτα από πολιορκία και σκληρές μάχες εκπόρθησαν το φρούριο, το παρόπλισαν και το αχρήστεψαν από φόβο μην ξαναπέσει σε εχθρικά χέρια.


    Επί Βενετσιάνων μάλλον δεν δόθηκε ιδιαίτερη σημασία στο φρούριο ούτε πραγματοποιήθηκαν κάποιες επεμβάσεις. Κατά τα ασέδια του 16ου αιώνα η Κασσιώπη παραδόθηκε στις φλόγες και δεν προκύπτει αμυντική δράση από πλευράς φρουρίου. Μάλιστα, σύμφωνα με την αναφορά των αρχιτεκτόνων Michele και Giangerolamo Sanmicheli, για τις εργασίες αναβάθμισης των οχυρώσεων του Παλαιού Φρουρίου, που ολοκληρώθηκαν το 1558, πάρθηκε υλικό από το ερειπωμένο κάστρο της Κασσιώπης. Φαίνεται ότι μέχρι τα μέσα του 16ου αιώνα είχε πια παροπλιστεί, χωρίς αυτό να σημαίνει απώλεια της στρατηγική σημασίας της τοποθεσίας. Οι αρχειακές πηγές μαρτυρούν ότι πριν το 1561 η βενετσιάνικη διοίκηση είχε προχωρήσει στην εγκατάσταση μισθοφόρων (stradioti) Αναπλιωτών στην Κασσιώπη, παράλληλα με παραχώρηση γης εκεί, άγνωστο όμως αν δρούσαν από το ρημαγμένο κάστρο. Επίσης είναι γνωστό ότι μετά τα μέσα του 17ου αιώνα ο μηχανικός Filippo Verneda είχε προτείνει επισκευή του λόγω τρωτότητας του σημείου, κάτι που ποτέ δεν έγινε. Κατά το 1688, σύμφωνα με τον Ολλανδό περιηγητή Dapper, το κάστρο ήταν εγκαταλελειμμένο, γεμάτο βάτους και δεν εμφάνιζε παρά μόνο τείχη και μερικούς κατεστραμμένους πύργους. Εν τέλει, η από αιώνων εγκατάλειψή του, η χρήση του ως πηγή έτοιμου οικοδομικού υλικού για τις οχυρώσεις στην Χώρα και προφανώς για τον νεότερο οικισμό της Κασσιώπης, καθώς και ο γερο-χρόνος, έδωσαν στο φρούριο την σημερινή του μορφή, εξαφανίζοντας το σχεδόν σε κάποια σημεία. Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια έγινε εκτεταμένη αναπαλαίωση σε κάποια τμήματα του υποβοηθώντας το στην μάχη ενάντια στο χρόνο.

      Το πρώτο που συναντά κανείς είναι το πιο χαρακτηριστικό τμήμα του κάστρου, η αναπαλαιωμένη κεντρική πύλη με ανακουφιστικό τόξο στο υπέρθυρο, μορφολογικό στοιχείο καθαρά βυζαντινό. Αυτή πλαισιώνεται από δύο διώροφους πύργους που της προσέφεραν ισχυρή προστασία. Το ίδιο το κάστρο μορφοποιείται από έναν οχυρωματικό περίβολο τετράπλευρου σχήματος που παρεμβάλλεται κατά διαστήματα από πύργους εναλλάξ ορθογωνικής και κυκλικής κάτοψης. Εικόνα για τη μορφή των πολεμιστρών, από τις οποίες προφανώς θα πολεμούσε η φρουρά αφού δεν υπάρχουν ανοίγματα στα χαμηλά του περίβολου, δεν έχουμε διότι δεν σώζονται τα ανώτερα τμήματα των πύργων και των τειχών. Στο εσωτερικό έχει αναπτυχθεί ελαιώνας και δεν σώζονται κατάλοιπα κτισμάτων που πιθανόν θα υπήρχαν για τη στέγαση της φρουράς και ίσως κάποιος κεντρικός πύργος. Όσον αφορά την τοιχοποιία είναι κατασκευασμένη από αργολιθοδομή πάχους δύο μέτρων και διακρίνεται μια οικοδομική φάση. Σύμφωνα με ειδικούς η κατασκευή μαρτυρά βιασύνη, προφανώς για άμεση εξυπηρέτηση αμυντικών αναγκών και δεν φέρει διακοσμητικά στοιχεία. 
    Τέλος, όπως κάθε καλό μεσαιωνικό κάστρο έτσι και αυτό της Κασσιώπης σχετίζεται με έναν δράκο. Έναν περίπου αιώνα μετά την εγκατάλειψη του φρουρίου είχε ήδη αρχίσει να κυκλοφορεί ο μύθος ότι η πόλη (ή το κάστρο) ερημώθηκε από έναν δράκο που ξερνούσε φωτιά θανατώνοντας τους περισσότερους κατοίκους και διώχνοντας τους υπόλοιπους. Σύμφωνα με κάποιους ο δράκος ίσως αποτελεί μεταφορική προσωποποίηση της χρήσης πρώιμης μορφής κανονιών και πυρίτιδας κατά την πολιορκία. Άλλη γνώμη σχετίζει τον θρύλο με την έντονη ύπαρξη φιδιών, γεγονός που επισημαίνεται από διάφορους περιηγητές.     



Υ. Θ.  Κασσωπίτρα


  Στους μέσους χρόνους ήταν ίσως ο πιο ξακουστός ναός του νησιού. Μνημονεύεται από Λατίνους περιηγητές του μεσαίωνα, δείχνοντας ότι αποτελούσε σημείο αναφοράς και τόπο προσκυνήματος, του οποίου η φήμη έφτανε εκτός των Κορφώνε. Στα τεκμήρια απαντά από το 1375, όπου περιγράφεται ως μικρός (σχετικό βέβαια αυτό) ναός. Αποτελούσε αντικείμενο φροντίδας της Κοινότητας των Κορυφών αλλά ανήκε στη δικαιοδοσία της Λατινικής Αρχιεπισκοπής, η οποία καρπωνόταν τα έσοδα του χωρίς να μεριμνά γι' αυτόν. Έτσι αρχές του 15ου αιώνα εμφανίζεται παραμελημένος για να επισκευαστεί μετά από διαμαρτυρία των Κερκυραίων το 1423. Στο τουρκικό ασέδιο του 1537 ναός υπέστη ζημιές. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του Jehan de Vega, στην περιγραφή του ταξιδιού του βαρόνου de Saint Blancard στις ελληνικές θάλασσες, που επισκέφτηκε τον χώρο για προσκύνημα εκείνη τη χρονιά. Ήταν κατεστραμμένος, χωρίς στέγη, γεμάτος σκουπίδια, οι εικόνες συλημένες πλην αυτής της Παναγίας δεξιά του ιερού και το μοναστήρι ρημαγμένο με 2-3 πτώματα μπροστά. Φαίνεται πάντως ότι ανέκαμψε γιατί το 1554 ιερουργούσε εκεί ένας ιερομόναχος. Ανοικοδομήθηκε και διευρύνθηκε πριν το 1590 από Βενετσιάνους αξιωματούχους, έπειτα από καταστροφή που επέφεραν Τούρκοι πειρατές (ίσως το 1571), όπως πληροφορεί επιγραφή στο υπέρθυρο. Κατά το 1670 ο αγιογράφος Θεόδωρος Πουλάκης ζωγράφισε και αφιέρωσε εικόνα στην  Κασσωπίτρα, όταν σώθηκε από ναυάγιο. Ο περιηγητής κληρικός George Wheler την επισκέφτηκε το 1676. Μιλά για μια εικόνα της Παναγίας ζωγραφισμένη επί του τοίχου, στην οποία οι ταξιδιώτες, σκεπτόμενοι έναν δικό τους, ακουμπούσαν ένα νόμισμα και αν αυτό κολλούσε, αυτός που σκεφτόντουσαν ήταν ζωντανός. Επίσης λέγεται ότι όταν περνούσαν πλοία από την Κασσιώπη, κανονιοβολούσαν, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης απέναντι στην Θεοτόκο που τους προστάτευσε στο ταξίδι τους. Αρχές 19ου αιώνα είχε περάσει στη δικαιοδοσία του δημοσίου και το 1912 ανήκε στην κοινότητα.


      Πιθανολογείται ότι ο ναός έχει ανεγερθεί στη θέση μιας τρίκλιτης παλαιοχριστιανικής βασιλικής του 5ου ή 6ου αιώνα, η οποία με τη σειρά της, σύμφωνα με την παράδοση και απόψεις μελετητών, ήταν χτισμένη πάνω στον ρωμαϊκό ναό του Κάσιου Δία, γεγονός που φανερώνει τη διαχρονικότητα τση ανθρώπινης θρησκευτικής λατρείας σ' αυτό τον χώρο. Η τωρινή του μορφή, τυπολογικά μια θολωτή βασιλική, μας έρχεται έπειτα από ανοικοδόμησή του κατά τα τέλη του 16ου αιώνα, σύμφωνα με την επιγραφή στο υπέρθυρο, και κάποιες μεταγενέστερες επεμβάσεις. Όμως, προσφάτως ανακαλύφθηκαν τοιχογραφίες που χρονολογούνται, από ειδικούς, σε πολύ παλαιότερες εποχές, κάτι που συνηγορεί στο ότι η προαναφερόμενη ανοικοδόμηση ενσωμάτωσε τμήματα του μεσαιωνικού ναού. Οι υπόλοιπες τοιχογραφίες χρονολογούνται στον 17ο αιώνα. Μάλιστα σε κάποιες έχουν χαράξει Λατίνοι προσκυνητές τα ονόματά τους και χρονολογίες, μεταξύ αυτών 1608 και 1630, δίνοντας έτσι ένα κατώτατο όριο χρονολόγησης των τοιχογραφιών. Η μία εκ των δυο τμηματικά σωζόμενων  τοιχογραφιών της Θεοτόκου ίσως είναι αυτή που περιγράφει ο Wheler. Ο ναός διέθετε και δυο παρεκκλήσια δεξιά και αριστερά, με τοιχογραφίες, το ένα εξ αυτών καταστράφηκε κατά τη διεύρυνση του παρακείμενου νεκροταφείου και το άλλο μετατράπηκε σε δωμάτιο. Στον νότιο τοίχο του ναού εξωτερικά σώζονται λίθινα τόξα, ανήκοντα ίσως σε προγενέστερη οικοδομική φάση και στον περιαύλιο χώρο λίγα αρχιτεκτονικά μέλη.



    Με τον ναό αυτό έχουν συνδεθεί θρύλοι και θαύματα. Το πιο γνωστό είναι το φημισμένο θαύμα που  αφηγείται ο Κερκυραίος λόγιος Νίκανδρος Νούκιος (αυτόπτης μάρτυρας τση πολιορκίας του 1537) στο έργο του. Γύρω στο 1530 η τοπική διοίκηση καταδίκασε αδίκως σε τύφλωση έναν νεαρό Κερκυραίο, για κάποιο παράπτωμα που δεν είχε διαπραχθεί από αυτόν. Η ποινή εκτελέστηκε και ο απελπισμένος νεαρός εναπόθεσε τις ελπίδες του στα θεία. Έτσι κίνησε με τη μητέρα του για την Παναγία Κασσωπίτρα να προσευχηθεί. Εκεί διέμεινε τη νύχτα όπου μετά από θαυματουργή παρέμβαση ξαναβρήκε το φως του. Άλλο ένα περιστατικό διηγείται ο Jehan de Vega. Κατά το ρήμαγμα του ναού το 1537, ένας Τούρκος θέλησε να αφαιρέσει μια μικρή ασημένια εικόνα, απ' αυτές που κρεμούν οι προσκυνητές στην εικόνα της Παναγίας, αλλά τυφλώθηκε και κανείς άλλος Τούρκος δεν τόλμησε να την αγγίξει. Τέλος, σε έργα των προσκυνητών γίνεται λόγος για θαυματουργό καντήλι καθώς και συκιά που φύτρωνε δίπλα στην είσοδο του ναού και θεράπευε τους πυρετούς.



Πηγές

· http://www.corfuhistory.eu 
· http://corfuhistoryforum.blogspot.com 
· Κασσιόπη, ένας μικρός τόπος, μια μεγάλη ιστορία - Σαρακηνού Ελένη
· Το Κάστρο της Κασσιώπης - Σωτήρης Βογιατζής - Ασπασία Ραπτάκη 
· Old Corfu,  History and Culture – Ν. Σταματόπουλος 
· Ανδηγαυική Κέρκυρα (13ος-14ος αι.) - Σ. Ασωνίτης 
· Η Κέρκυρα και τα ηπειρωτικά παράλια στα τέλη του Μεσαίωνα (1386-1462) - Σ. Ασωνίτης 
· Κερκυραϊκά, τόμοι Α΄ και Β΄ - Ι. Μπουνιάς 
· Η νήσος των Κορυφών τον 16ο αιώνα - Χ Κόλλας 
· 1537, η πολιορκία της Κέρκυρας - Γ.Α. Αθανάσαινας 
· Ορθόδοξοι ναοί της Κέρκυρας τον 15ο αι,  Βυζαντιακά 19 (1999), 263-307 Σ. Καρύδης 
· 21η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων
· Κάποιες φωτό είναι του Γ. Δημουλά

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου