Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010

Μέσων Χρόνων Λείψανα - Μέρος ιβ΄

Άι Μαθιάς, Ζυγονό και Γαρδίκι
    Το κεφαλοχώρι τ' Άι Μαθιά ζούσε ήδη στα μεσαιωνικά χρόνια και η ύπαρξή του τεκμηριώνεται τουλάχιστον από το 1469. Θρυλείται ότι οι πρώτοι κάτοικοί του ήταν βυζαντινοί μισθοφόροι που επάνδρωναν το κάστρο στο Γαρδίκι. Ενδεχομένως κάποιοι από τους ναούς του χωριού υπήρχαν κατά τον μεσαίωνα αλλά σήμερα δεν διασώζουν εμφανή σχετικά στοιχεία.        
    Υπάρχει ένας θρύλος που μιλά για την ύπαρξη ενός χαμένου οικισμού με το όνομα Γαρδίκι σε αυτή την περιοχή. Το μόνο που έχει απομείνει το γνωστό τετράστιχο ...πόλη (ή κάστρο) ήταν το Γαρδίκι / και χωριό οι Βουνιατάδες / κι ο καημένος ο Μπρινίλας / με τα δεκαοχτώ αργαστήρια..... Αν ισχύει αυτός ο θρύλος, το χωριό θα πρέπει να είχε ήδη ερημώσει μέχρι τα τέλη του μεσαίωνα, ίσως λόγω μείωσης του αμυντικού ρόλου του παρακείμενου κάστρου ή κάποια επιδρομή. Πάντως στα τεκμήρια δεν αναφέρεται πουθενά σχετικός οικισμός. Στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν κάποια ασαφή χαλάσματα διασκορπισμένα αλλά δεν πιστοποιούν την ύπαρξη του οικισμού. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η γράβα του Γαρδικίου κατοικούνταν από τα προϊστορικά χρόνια όπως απέδειξαν μελέτες στον χώρο.
    Κοντά στο φρούριο του Γαρδικίου βρίσκεται ο ναΐσκος της Αγίας Μαρίνας. Βάσει των τοιχογραφιών του θα μπορούσε να χρονολογηθεί στον 16ο αιώνα αλλά είναι πολύ πιθανό να είναι παλαιότερος. Σύμφωνα με την παράδοση ο εν λόγω ναός ανήκε στον θρυλούμενο οικισμό του Γαρδικίου.
    Το χαμένο σήμερα, χωριό του Ζυγονού γνωρίζουμε ότι υπήρχε το 1473 επομένως ήταν σίγουρα παλαιότερο. Τη χρονιά αυτή αναφέρεται και το παλαιοκλήσι Άγιος Θεόδωρος στην περιοχή του χωριού. Όμως ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα είχε ερειπωθεί και σήμερα δεν σώζονται εμφανή χαλάσματά του.

Άγιος Ματθαίος
    Ως ονοματοδότης οικισμού υφιστάμενου το 1469 είναι εύλογο να ειπωθεί ότι ο ναός τότε υπήρχε και προφανώς είναι παλαιότερος. Είναι ένας μεγαλοπρεπής ενοριακός ναός που η εικόνα του δεν προδίδει καμία παλαιότητα, καθότι έχει ανοικοδομηθεί ή επεκταθεί στον διάβα των αιώνων.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι στον νότιο τοίχο είναι προσκολλημένο ένα ναΐδριο του Αγίου Νικολάου, που φέρει στο εσωτερικό του παλαιές τοιχογραφίες.
           
Κάστρο Γαρδικίου
    Το σακατεμένο κάστρο του Γαρδικίου είναι η μόνη σωζόμενη οχύρωση στο νότιο μέρος του νησιού. Είναι χτισμένο στην πλαγιά του βουνού του Άι Μαθιά, κατάφυτη από αιωνόβιους ελαιώνες. Πρόκειται για το τρίτο καστέλλι τση κερκυραϊκής ύπαιθρου το οποίο κρατά καλά κρυμμένα τα μυστικά του ομιχλώδους παρελθόντος του. Προφανώς ήταν επιφορτισμένο με τον ρόλο του επόπτη της νότιας Κέρκυρας και του προστάτη του λαού της υπαίθρου αλλά μέχρι τώρα δεν έχει αποδειχθεί ότι έπαιξε ιδιαίτερο ρόλο στην πορεία τση Κέρκυρας στους αιώνες.
    Επειδή δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για την ανέγερσή του κάποιοι ερευνητές το ανάγουν στον 13ο αιώνα, όταν η Κέρκυρα υπαγόταν στο δεσποτάτο της Ηπείρου (1214 – 1259) και θεωρούν ότι χτίστηκε επί δεσπότη Hπείρου Mιχαήλ Άγγελου του B'. Άλλοι πάλι τοποθετούν την κατασκευή του στα μέσα με τέλη του 12ου αιώνα, επί αυτοκράτορα Μανουήλ Α΄ Κομνηνού, όταν εντεταμένη προσπάθεια προστασίας των δυτικών συνόρων της βυζαντινής αυτοκρατορίας, που πλέον αποτελούσε και η Κέρκυρα. Μάλιστα θεωρείται ότι τόσο τα επώνυμα των κατοίκων της περιοχής όσο και το ξενικό όνομα Γαρδίκι, υπαινίσσουν εγκατάσταση μισθοφόρων στρατιωτών στην περιοχή κατά τα βυζαντινά χρόνια, κάτι το οποίο αποτελούσε συνήθη πρακτική της αυτοκρατορίας στους τελευταίους της αιώνες. Κάποια επώνυμα (Ανδριώτης, Βαραγγούλης, Αρμενιάκος) λέγεται ότι είναι βυζαντινής προέλευσης και δηλωτικά στρατιωτικής ιδιότητας ή ειδικότητας. Ίσως οι πρόγονοι των κατοίκων των γύρω χωριών ήρθαν κατά τον μεσαίωνα ως μισθοφόροι, επάνδρωσαν τη φρουρά του κάστρου και πιθανώς να βοήθησαν και στην κατασκευή του.

    Το φρούριο, μάλλον λόγω της υποβάθμισης του αμυντικού ρόλου, πρέπει να περιήλθε σε αχρηστία με τη λήξη της ελληνικής κυριαρχίας στο νησί διότι δεν αναφέρεται πουθενά η χρήση ή η λειτουργία του επί Ανδηγαυών και μετέπειτα επί Βενετσιάνων. Η ερήμωσή του μαζί με το πέρασμα του χρόνου οδήγησαν στην κατάρρευση τμημάτων του, το οικοδομικό υλικό των οποίων χρησιμοποιήθηκε για κατασκευή άλλων κτισμάτων και οχτιών από τις οποίες βρίθει η περιοχή. Σήμερα κάποια τμήματα του έχουν υποστεί αναπαλαίωση και ο εσωτερικός περίβολος χρησιμοποιείται ως χώρος πολιτιστικών εκδηλώσεων.
    Η προσέγγιση γίνεται μέσω της αναπαλαιωμένης βορειοανατολικής εισόδου η οποία ανοίγεται σε έναν πύργο του κάστρου και στεφανώνεται από ένα πλίνθινο τοξωτό υπέρθυρο. Κοντά στην πύλη μάλιστα στέκει ακόμη, υπεραιώνιος φρουρός, μια μεγάλη εγιά. Το κάστρο αποτελείται ουσιαστικά από ένα τείχος που σχηματίζει ένα οκτάπλευρο οχυρωματικό περίβολο. Σε κάθε γωνία του οκτάπλευρου ορθωνόταν ένας πύργος ορθογώνιας κάτοψης. Οι πύργοι, εκτός από τον αναστηλωμένο που περιλαμβάνει την είσοδο, είναι ερειπωμένοι. Κάποιοι απ’ αυτούς σώζονται τμηματικά μόνο ως το ύψος των τειχών εμποδίζοντας έτσι να σχηματιστεί μια εικόνα της μορφής που θα είχαν στην ακμή τους. Σε κάποια σημεία, στα ανώτερα τμήματα των πύργων, σώζονται ορθογώνιες κάθετες σχισμές, πολεμίστρες από τις οποίες οι αμυνόμενοι εξαπέλυαν τα βέλη τους. Επίσης στις βάσεις κάποιων πύργων σώζονται οι είσοδοί τους οι οποίες περιλαμβάνουν πλίνθινα τοξωτά υπέρθυρα παρόμοια με αυτό της κεντρικής εισόδου. Ακόμη δε αναφέρεται ότι σε κάποιον από τους πύργους είχε δημιουργηθεί παρεκκλήσι. Τα τείχη ως επί το πλείστον εμφανίζουν αργολιθοδομή ενώ οι γωνίες των πύργων δομούνται από λαξευμένους μεγάλους λίθους. Μάλιστα τμήμα του πύργου κοντά στην είσοδο διατρέχεται από μια ταινία που σχηματίζεται από πέντε σειρές, η μια πάνω στην άλλη, οριζόντια τοποθετημένων πλίνθων. 
    Στο εσωτερικό του κάστρου δεν σώζεται κανένα οικοδόμημα. Σίγουρα υπήρχαν χτίσματα, ξύλινα ή πέτρινα τα οποία χρησιμοποιούσε η φρουρά και μάλιστα υπάρχουν κάποιοι σωροί από πέτρες που ίσως ανήκαν σε αυτά. Όμως με την εγκατάλειψη του φρουρίου τα δομικά υλικά των χτισμάτων, μαζί με μέρη από το ίδιο το κάστρο θα χρησιμοποιήθηκαν από τους ντόπιους σε άλλες κατασκευές.

Χλομός
    Το παραδοσιακό και γραφικό χωριό του Χλομού είναι γνωστό από το 1460 όταν, σύμφωνα με το έργο του χρονικογράφου της άλωσης Γεωργίου Φραντζή, διέμεινε εκεί για ελάχιστο χρονικό διάστημα ο τελευταίος δεσπότης του Μυστρά, Θωμάς Παλαιολόγος. Βεβαίως δεν θα ήταν άστοχο να υποτεθεί η ύπαρξη του χωριού από τα βυζαντινά χρόνια ή ίσως και παλαιότερα. Περί της προέλευσης του ονόματος έχουν προταθεί διάφορες εκδοχές όπως εκ του φυτού σπλόνος ή φλόμος, εξ επωνύμου, εκ του κάστρου Χλομούτσι και εκ του τοπωνύμιου της Κεφαλλονιάς Κουλούμι. Επικρατέστερη φαίνεται πως είναι αυτή του επωνύμου.
    Σαφώς κάποιοι από του ναούς του χωριού και των περίχωρων πρέπει χτίστηκαν πριν τον 16ο αιώνα. Ο Ταξιάρχης που στέκει στην κορυφή του χωριού σε ένα σημείο που προσφέρει όμορφη θέα, λέγεται ότι χτίστηκε στη θέση ενός αρχαιοελληνικού ναού. Είναι ανακαινισμένος αλλά στο εσωτερικό του υπάρχει ένα στρώμα τοιχογραφιών το οποίο θεωρείται ότι ιστορήθηκε πριν τον 16ο αιώνα. Προγενέστεροι του 16ου αιώνα, χωρίς να είναι εξακριβωμένο, θεωρούνται οι Κοίμηση της Θεοτόκου ή αλλιώς Παναγία Χλομιάτισσα, η Υ.Θ. Οδηγήτρια στη Λίνια, ένα ιδιαίτερο μοναστηριακό συγκρότημα που περιβαλλόταν από τείχος που έφερε πολεμίστρες, και ο Άι Ντριάς στην ίδια περιοχή. Κανείς τους όμως δεν σώζει στοιχεία ιδιαίτερης παλαιότητας. Κάποιο ιστορικό ενδιαφέρον παρουσιάζει ο ιδιωτικός ναός του Αγίου Νικολάου, προσδιοριζόμενος ως "της Κανάκαινας" το 1548, ο οποίος ανοικοδομήθηκε το 1950 και μάλιστα κατά τις εργασίες ανοικοδόμησης βρέθηκαν αρχαία κειμήλια στη θέση αυτή. Από τον παλιό ναό διατηρήθηκαν το ιερό με την Αγία Τράπεζα καθώς και τμήμα του νότιου τοίχου με τη δεξιά μονή που φέρει τοιχογραφία του Αγίου Νικολάου, η οποία κατά  μια άποψη είναι προγενέστερη του 16ου αιώνα. Σήμερα ο ναός έχει περιέλθει σε απραξία και δεν λειτουργείται.
    Στο ύψωμα Μεροβίγγλι, πάνω από τον Χλομό, σύμφωνα με το βιβλίο του Ν. Αυλιανού, σώζονται χαλάσματα τα οποία εικάζεται ότι ανήκαν βίγλα βυζαντινών ή βενετσιάνικων χρόνια. Ως τώρα όμως δεν έχει επιβεβαιωθεί αυτό.

Πύργος Ντούρη
    Στην τοποθεσία Τούφος της περιοχής Κορισσίων, σώζεται ένα περίεργο και αξιοπρόσεκτο κτίσμα, μοναδικό στην Κέρκυρα, που από πολλούς θεωρείται μεσαιωνικός πύργος. Ονομάζεται ντούρη, ονομασία εκπορευόμενη από τη λατινική λέξη turris, ήτοι πύργος. Ίσως η ανασφάλεια που επικρατούσε στην περιοχή τα παλαιότερα χρόνια οδήγησε κάποιον γαιοκτήμονα να οικοδομήσει μια οχυρή οικία για προστασία.
    Έτος ανέγερσης δεν είναι γνωστό. Υπάρχει η άποψη ότι χτίστηκε το 1420 από την οικογένεια de Sancto Ippolitο. Οι Παξοί και η λίμνη Κορισσίων, που τότε αποτελούσαν εναιαίο φέουδο είχαν παραχωρηθεί σ' αυτούς το 1382 από τον ηγεμόνα Jacques des Baux. Σε επιπεδογραφία του 1752, σημειώνεται οίκημα περιγραφόμενο ως «casa....a forma di torre» (οικία με τη μορφή πύργου) και μάλλον πρόκειται για το εν λόγω χτίσμα. 
    Είναι ένα διώροφο, ορθογώνιας κάτοψης, ελενιτοσκεπές κτίσμα που εμφανίζει διάφορες οικοδομικές επεμβάσεις. Αυτές σαφώς έχουν αλλοιώσει την αρχική του μορφή του χτίσματος. Το αξιοπερίεργο είναι ότι σε δύο από τις τέσσερις γωνίες του κτιρίου σχηματίζονται τμήματα λιθόκτιστων πύργων κυλινδρικού σχήματος. Ο ένας δεν σώζεται σε μεγάλο ύψος. Δεν διαθέτουν κάποιο εμφανές σημείο εισόδου εξωτερικά, άρα η πρόσβαση σ' αυτούς θα γινόταν αποκλειστικά από το εσωτερικό του χτίσματος.  Η διάμετρος τους είναι αρκετά μικρή που σημαίνει ότι ένα άτομο εκεί μέσα δεν θα είχε πολλά περιθώρια κινήσεων. Βέβαια καθώς λείπουν τα ανώτερα τμήματα δεν μπορούμε να έχουμε σαφή εικόνα. Πιθανώς υπήρχαν πύργοι και στις άλλες δύο γωνίες του κτίσματος αλλά δεν έχουν διασωθεί ενδείξεις. Παλαιότερα στο χώρο υπήρχαν και άλλα κτίσματα, τα οποία κατέρρευσαν.
    Πιθανότατα το αρχικό κτίσμα που χτίστηκε είχε οχυρωματικό χαρακτήρα. Όμως με τη σταδιακή εξάλειψη των εκ θάλασσας κινδύνων, τα άχρηστα πια οχυρωματικά στοιχεία αφέθηκαν να καταρρεύσουν. Το κτίσμα, το οποίο συνέχισε να χρησιμοποιείται, δέχθηκε διάφορες αναμορφώσεις με αποτέλεσμα να αποκτήσει τη σημερινή του μορφή.

Παντοκράτορας
    Στην περιοχή της Λίνιας, ανάμεσα σε αιωνόβια ελαιόδενδρα, καρποφόρα δένδρα και χωράφια βρίσκεται το ναΰδριο του Παντοκράτορα. Στον χώρο λειτουργούσε παλαιότερα μονή της οποίας το καθολικό αποτελούσε ο εν λόγω ναΐσκος.
    Εξωτερικά βρίσκεται σε καλή κατάσταση καθότι έχει αναπαλαιωθεί έπειτα από σωστικές επεμβάσεις της 21ης ΕΒΑ. Η ανέγερσή του παλαιότερα αναγόταν στον 14ο ή 15ο αιώνα βάσει της ζωγραφικής και αρχιτεκτονικής τεχνοτροπίας, αλλά πρόσφατες έρευνες, κατά τη σωστική επέμβαση, δείχνουν ότι ο ναός πιθανόν είναι παλαιότερος, του 12ο ή 13ο αιώνα. 
    Η εκκλησία είναι μονόχωρη με ημικυκλική αψίδα. Ο βόρειος τοίχος είναι μεταγενέστερος, ενώ οι υπόλοιποι ανήκουν στον αρχικό ναό. Στον δυτικό τοίχο υπήρχε θύρα που οδηγούσε σε νάρθηκα κατάγραφο µε τοιχογραφίες, ο οποίος καταστράφηκε (σε πρόσφατη εποχή δυστυχώς) κατά την οικοδόμηση χτίσµατος προσκολλημένου στον τοίχο αυτό. Στο εσωτερικό σώζονται αλλεπάλληλα στρώµατα τοιχογραφιών, διαφόρων χρονολογικών περιόδων.
    Ανατολικά του ναΐσκου σώζεται τμήμα περιτειχίσματος που περιλαμβάνει πολεμίστρες. Αυτό υποδηλώνει την ύπαρξη οχύρωσης γύρω από τη μονή για την προστασία από επιδρομές, φανερώνοντας έτσι την ανασφάλεια που επικρατούσε στην περιοχή σε παλαιότερες ιστορικές περιόδους. Ο περίβολος τση μονής επίσης συμπεριλαμβάνει και τον νεότερο ναό του Παντοκράτορα ενώ παλαιότερα υπήρχαν λουτρουβιό, αποθήκη και βοηθητικά χτίσματα τα οποία όμως κατεδαφίστηκαν λόγω επεμβάσεων στον χώρο.

Πηγές
· Ανδηγαυική Κέρκυρα (13ος-14ος αι.) - Σ. Ασωνίτης
· Η Κέρκυρα και τα ηπειρωτικά παράλια στα τέλη του Μεσαίωνα - Σ. Ασωνίτης
· Η νήσος των Κορυφών τον 16ο αιώνα - Χ Κόλλας
· Κερκυραϊκά Χρονικά Ζ΄, έργα Ιωάννη Ρωμανού
· Ορθόδοξοι Ναοί της Κέρκυρας τον 15ο αιώνα - Σ. Χ. Καρύδης
· Βυζαντινή τέχνη στα Επτάνησα, Π. Λ. Βοκοτόπουλος – Κερκυραϊκά χρονικά τόμος 15
· Χριστιανικά μνημεία στην Κέρκυρα τεύχος Α΄ - Α. Μπαλή
· Χλωμός Κέρκυρας – Ν. Αυλιανός
· Ι΄ΠΑΝΙΟΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
· Α.Ν.Κ., Α.Ε.Δ., Φ1841, σχ 91, 1752, Vitturi, Χλομός 
· Ενημερωτικό φυλλάδιο για το Αγγελόκαστρο - ΥΠ.ΠΟ.
· Old Corfu,  History and CultureΝ. Σταματόπουλος
· http://www.corfu-melitieon.gov.gr

Μέσων Χρόνων Λείψανα - Μέρος ια΄

Κυνοπιάστες και Ψωραροί
    Οι Κυνοπιάστες κάνουν το ντεμπούτο τους στις πηγές το 1398 ως Schilopiastes, είναι όμως οπωσδήποτε παλαιότερος οικισμός. Για την προέλευση της ονομασίας έχουν προταθεί διάφορες εκδοχές όπως σκύλος, ασκέλλα (σκιλλοκρεμμύδα) ή σχίνος συν το δεύτερο συνθετικό πίασμα (λίπασμα). Άγνωστο ποιοι ναοί του χωριού λειτουργούσαν τότε.
    Το χωριό του Άι Προκόπη παλαιότερα άκουγε στην αγνώστου προελεύσεως ονομασία Ψωραροί και πρέπει να ήταν ήδη οικισμός τον 14ο αιώνα. Σε έγγραφο του 1381 γίνεται λόγος για «...papa Nicolaus Cacarida protogerus et baiulus Psorarci de baiulatione de Medio...» και προφανώς πρόκειται για τον ομώνυμο οικισμό. Εδώ υπήρχαν αρχές 16ου οι ναοί του Αγίου Βασιλείου και του Αγίου Προκοπίου. Δεδομένης της παλαιότητας του χωριού θα μπορούσαν να ανάγονται σε προγενέστερη εποχή. Τα σημερινά χτίριά τους όμως δεν δείχνουν να έχουν διασώσει μεσαιωνικά στοιχεία αφού είναι νεότερα.

Ελιά τ' Άι Προκόπη
    Ένα δείγμα έμβιου, κατά κάποιο τρόπο, αξιοθέατου με ηλικία αιώνων. Σήμα κατατεθέν του Άι Προκόπη, θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες ελιές του νησιού. Κρίνοντας απ' τον μεγάλο της κορμό, αν και αυτό δεν αποτελεί πάντοτε αξιόπιστη ένδειξη, θα μπορούσε να κουβαλά πολλούς αιώνες ζωής πάνω της, ανάγοντας έτσι τη γέννησή της στον Μεσαίωνα ή μπορεί και πιο παλιά. Πόσα άραγε να έχουν δει τα μάτια της;

Γαστούρι, Άγιοι Δέκα, Καμάρα και Σταυρός
    Πηγές του 14ου αιώνα αναφέρουν την ύπαρξη κουρατορίας της Καμάρας γεγονός που δείχνει ότι μάλλον ήδη υπήρχε οικισμός, παρόλο που ρητή αναφορά σ' αυτόν έχουμε από το 1473. Κουρατορία ονομαζόταν κατά τα Ανδηγαυικά χρόνια έκταση γης η οποία ανήκε στην εκκλησία. Επίσης υπάρχουν στοιχεία υποδεικνύουν ότι η περιοχή κατοικούταν από τα αρχαία χρόνια.
    Το χωριό των Αγίων Δέκα εντοπίζεται στις πηγές από το 1502 όμως είναι σίγουρα παλαιότερο. Φυσικά την ονομασία του την οφείλει στον ομώνυμο ναό. Ο ναός των Αγίων Δέκα λοιπόν θα πρέπει να είναι και αυτός προγενέστερος του 16ου αιώνα. Το χτίσμα του σήμερα δεν δείχνει ιδιαίτερα παλιό, διαθέτει όμως κάποια στοιχεία που ίσως έχουν ενδιαφέρον.
    Ο Σταυρός είναι και αυτός μεσαιωνικό χωριό. Η προέλευση της ονομασίας του είναι προφανής βέβαια όμως δεν είναι γνωστή η αιτιολογία της χρήσης του. Φυσικά και εδώ κάποιοι ναοί πρέπει να ανάγονται στους Μέσους Χρόνους αλλά τα σημερινά χτίσματά τους δεν έχουν εμφανή τέτοια χαρακτηριστικά, ωστόσο υπάρχουν υπόνοιες. Γνωρίζουμε ότι το 1502 υπήρχε η Υπαπαντή η οποία βρίσκεται στην ευρύτερη περιοχή, δυστυχώς ερειπωμένη. Επίσης ο Άγιος Αρσένιος για τους ίδιους λόγους που έχουν αναφερθεί και αλλού θα μπορούσε να είναι μεσαιωνικός. Το κτίριο του καθότι ανακαινισμένο, δεν αποκαλύπτει πολλά όμως.
    Το Γαστούρι είναι γεννημένο σε εποχές πριν το 1479. Εκδοχές της ονομασίας του εικάζουν παραφθορά της λέξης γάστρα ή κάποιο παρεμφερές επώνυμο. Τα τεκμήρια δεν αποκαλύπτουν ποιοι ναοί λειτουργούσαν τότε, αδιαμφισβήτητα όμως κάποιοι από τους σημερινούς θα υπήρχαν.

Ανάληψη (Παντοκράτορας)
    Όπως δείχνουν τα ντοκουμέντα πρόκειται για τον ναό που υφίσταται πάνω στο βουνό των Αγίων Δέκα και είναι γνωστός σήμερα ως Παντοκράτορας. Λειτουργούσε και σαν μοναστήρι μέχρι πριν κάποιες δεκαετίες, όπως θυμούνται οι παλιοί Αγιοκαδίτες. Απαντάται στις πηγές το 1497, ως Ανάληψη στο Γαλήσιο Όρος, που ήταν η παλιότερη ονομασία του βουνού. Έχουμε και το 1398 νύξη για ένα ναό της Αναλήψεως κάπου στην ευρύτερη περιοχή ωστόσο λείπουν τα στοιχεία που θα μπορούσαν να τον ταυτίσουν με τον αναφερόμενο.
    Ανακαινισμένος σε πρόσφατη εποχή, στέκεται σε μια επίπεδη έκταση, ανάμεσα σε χωράφια, με αποτέλεσμα να ξεχνάς για λίγο ότι βρίσκεσαι σ' ένα βουνό. Ιδιαίτερα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά συνιστούν η θολωτή οροφή, η ασυνήθιστη κατασκευή επί της στέγης, στην οποία αμφίπλευρα ανοίγονται παράθυρα και οι παχιοί τοίχοι που πλαταίνουν όσο πλησιάζουν το έδαφος. Το χαμηλό ύψος στο οποίο βρίσκεται το παράθυρο του ιερού και η θολωτή κατασκευή υπαινίσσουν παλαιότητα. Στον περίβολο υπάρχουν και άλλα χτίσματα, άλλοτε κελλιά.

Άι Αρσένης
    Ο Άι Αρσένης στην Καμάρα σήμερα σώζεται ερειπωμένος και ξεχασμένος. Κρίνοντας από την τοιχοδομή του, η οποία έχει έντονη παρουσία πλίνθων στους αρμούς, αλλά και από τον τιμώμενο Άγιο, ο ναός κατά πάσα πιθανότητα είναι μεσαιωνικός. Άλλωστε το χωριό σώζει και άλλους ναούς αντίστοιχης περιόδου. Αλλά στις πηγές τον πρωτοσυναντάμε το 1577.

Άγιος Βλάσιος
    Ορθώνεται στα Καρδαμάτικα Καμάρας, υπό τη σκιά του βουνού των Αγίων Δέκα και έχει έντονο ιστορικό ενδιαφέρον. Προ ετών έστεκε άσχημα λαβωμένος αλλά πλέον έχει αναπαλαιωθεί και αποτελεί μνημείο. Βέβαια ιδιαίτερο σεβασμό δεν απολαμβάνει αφού κάποιοι κάρφωσαν το συρματόπλεγμα της περίφραξης που ορίζει την ιδιοκτησία τους πάνω στον τοίχο του ιερού!
    Η μορφή του ανάγεται στην εποχή των Βενετσιάνων, όταν ανοικοδομήθηκε ενσωματώνοντας ακέραια τμήματα τοίχων ενός προγενέστερου ναού. Η ανέγερση του παλαιότερου, βάσει τοιχογραφιών και μορφολογικών στοιχείων, τοποθετείται στον 13ο αιώνα. Επίσης ίσως να λειτούργησε και ως μονή κατά την Ενετοκρατία.
    Είναι μονόχωρος ναός με τρίπλευρη αψίδα ιερού στο άνω μέρος της οποίας σχηματίζεται ημικυκλική εσοχή. Το ιερό και μέρος του νότιου τοίχου ανήκαν σε βυζαντινό ναό. Αυτό μαρτυρά ο κεραμοπλαστικός διακόσμος, στην τοιχοποιία της αψίδας του ιερού και του νότιου τοίχου, με τη μορφή πλίνθινων οκτάκτινων αστεριών και τεθλασμένων γραμμών από κεραμίδια ή τούβλα τοποθετημένα διαγωνίως. Δηλαδή τυπικά χαρακτηριστικά βυζαντινής τεχνοτροπίας, σπάνια στην Κέρκυρα.   

    Εσωτερικά σώζονται τοιχογραφίες διαφόρων περιόδων με τις παλαιότερες να χρονολογούνται πιθανόν στον 13ο αιώνα. Αξιομνημόνευτο το γεγονός ότι η Αγία Τράπεζα είναι στερεωμένη πάνω σ' ένα αρχαίο, δωρικού τύπου, κιονόκρανο. Το ίδιο συμβαίνει και στον παραπλήσιο ναό των Ταξιαρχών ο οποίος όμως περιλαμβάνει εκτός από αρχαιοελληνικά και παλαιοχριστιανικά αρχιτεκτονικά μέλη. Εύλογη λοιπόν η εικασία ότι σ' αυτήν τη θέση ή κάπου εκεί κοντά, υπήρχε ένα αρχαίος ναός και μεταγενέστερα μια παλαιοχριστιανική βασιλική. Άλλωστε η εύρεση τάφων ελληνιστικής εποχής κοντά στο Αλεποχώρι (γειτονικά της Καμάρας) φανερώνει την ανθρώπινη δραστηριοποίηση στην περιοχή ήδη από τα αρχαία χρόνια.
    Ακόμη δε, υπάρχει και ένας θρύλος που λέει ότι η περιοχή βορειοανατολικά του ναού είναι τόπος συνάντησης διαφόρων στοιχειών και φαντασμάτων.

Αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ   
    Οι Ταξιάρχες είναι παραπλήσιοι του ναού του Αγίου Βλασίου και βρίσκονται σε κακή κατάσταση. Είναι μια επτανησιακή μονόκλιτη βασιλική και φέρει σκεπή από ελενίτ.
    Χρονολογία ανέγερσης δεν γνωρίζουμε αλλά λόγω της εμφανούς παλαιότητας και της μορφολογίας, μάλλον τοποθετείται σε προγενέστερη του 16ου αιώνα εποχή. Τοιχογραφίες στο εσωτερικό του ανήκουν στον 17ο αιώνα. Πιθανόν όμως κρύβεται και παλαιότερο στρώμα. 
    Αξιοσημείωτο ότι κάποια από τα δομικά του στοιχεία προέρχονται από άλλα κτίσματα, αρχαιότερα. Τρεις μικροί δωρικού ρυθμού κίονες είναι ενσωματωμένοι σε διάφορα σημεία. Ένας χρησιμοποιείται ως βάση της Αγίας Τράπεζας. Άλλος ορίζει την κάθετη πλευρά του παραθύρου του ιερού. Επίσης υπάρχουν και παλαιοχριστιανικά αμφίγλυφα θωράκια. Το ένα στη μπροστινή πλευρά εμφανίζει δυο πτηνά παραπλεύρως ενός σταυρού. Στην άλλη κυριαρχεί το ίδιο θέμα αλλά με διαφορετικά πτηνά, ίσως παγώνια. Από το άλλο θωράκιο σώζονται μόνο τμήματα τα οποία είναι ενσωματωμένα στο τέμπλο και στο δάπεδο. Προφανώς αυτά τα αρχιτεκτονικά μέλη προήλθαν από αρχαιότερα κτίσματα που υπήρχαν στην περιοχή ή στη θέση του τωρινού ναού. Ίσως κάποιος προχριστιανικός και μετέπειτα παλαιοχριστιανικός ναός.
 
Κάτω Γαρούνας
    Ο Κάτω Γαρούνας γεννήθηκε πριν τον 16ο αιώνα όπως πιστοποιούν οι πηγές. Μάλιστα ήδη από τις αρχές αυτού του αιώνα φέρει το προσωνύμιο Κάτω, προφανώς για να τον διαχωρίσει από τον Πάνω. Άξια απορίας η ετυμολογία του ονόματός του. Έχει προταθεί η συσχέτιση με τον ποταμό Γαρούνα (Garone) της Γαλλίας, όμως κάτι τέτοιο δεν έχει αποδειχθεί.

Άγιος Γόρδιος
    Ονομασία εξαιρετικά οικεία λόγω του ότι αποτελεί τοπωνύμιο της φημισμένη παραλίας. Αυτό που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό είναι ότι ο Άγιος Γόρδιος είναι υπαρκτός ναός με ιστορία που ριζώνει βαθιά πίσω στον χρόνο. Οι πηγές πιστοποιούν την ύπαρξή του τουλάχιστον από το 1497. Το τωρινό χτίσμα δεν φανερώνει την πραγματική του ηλικία, αλλά κάποιες δομικές ασυνέχειες αποκαλύπτουν ότι η ανοικοδόμηση έχει συμπεριλάβει παλαιότερο τμήμα του ναού, άγνωστης εποχής.  

Στρογγυλή και Βουνιατάδες
    Η ύπαρξη της Στρογγυλής τεκμηριώνεται από το 1473 και προφανώς είναι παλαιότερη. Ακόμη δεν είναι γνωστό αν η ονομασία σχετίζεται με γεωγραφικό χαρακτηριστικό ή με επώνυμο. Στην περιοχή βρίσκεται η Υ.Θ. Οδηγήτρια, ναός που δείχνει να διαθέτει ιστορικό ενδιαφέρον και ήταν ήδη υπαρκτός το 1502.
    Το τοπωνύμιο Άι Γιάννης στις Περιστέρες χάνεται στα βάθη των αιώνων αφού ήταν ήδη σε χρήση το 1500. Αυτό που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό είναι ότι όντως υπάρχει ναός του Αγίου Ιωάννη, ο οποίος εμφανίζεται την ίδια χρονιά ως υπαρκτός και ανήκων στον βαρόνο Γούλιο Αλταβίλλα. Παρουσιάζει έντονο ιστορικό ενδιαφέρον ως χτίσμα αλλά είναι μη προσβάσιμο, εντός ιδιόκτητου χώρου.
    Οι Βουνιατάδες ήταν υφιστάμενος οικισμός τις αρχές του 16ου αιώνα οπότε η γέννησή τους είναι προγενέστερα. Η ονομασία ίσως προέρχεται από του Βουνιατάς ή Βουνιώτης ή κάποιο παρεμφερές ωστόσο δεν υπάρχει τεκμηρίωση.

Λιόδεντρα μαθουσάλες
    Στην περιοχή της Στρογγυλής βρίσκονται ζωντανά τεκμηριωμένα μεσαιωνικά μνημεία. Πρόκειται για τρία λιόδεντρα. Όπως έδειξε έρευνα που διεξήγαγε γερμανική επιστημονική ομάδα, η οποία προσκλήθηκε από το Δ.Σ. της Ένωσης Επτανησίων Ελλάδος, το αρχαιότερο έχει μέσο όρο ηλικίας 1120 έτη, 952 έτη το ενδιάμεσο και 735 έτη το νεότερο. Γεννήματα της βυζαντινής και της ανδηγαυικής, το αργότερο, εποχής, έχουν θρέψει με τους καρπούς τους πολλές γενεές Κερκυραίων. Μιλιά και ματιά να 'χαν, να διηγηθούν τα όσα γνώρισαν. Προφανώς δεν είναι βέβαιο ότι είναι τα παλαιότερα αλλά σίγουρα είναι τα μόνα επιστημονικά χρονολογημένα στο νησί. Υπάρχουν και άλλα λιόδεντρα που παρουσιάζουν εντυπωσιακό μέγεθος, όπως η ελιά τ' Άι Προκόπη ή η ελιά τ' Αγίου στους Αργυράδες που είναι άγνωστο τι ηλικίες μπορεί να κρύβουν. Ευχής έργο βέβαια να αναδειχθούν και να προστατευτούν κατάλληλα.

Υ.Θ. Καλαμιώτισσα
    Κρυμμένο ανάμεσα στα λιόδεντρα στη θέση Καλαμιώτισσα κοντά στους Βουνιατάδες βρίσκεται το ξωκλήσι της Υ.Θ. Μπριχού μερικά χρόνια ήταν ερειπωμένο και εγκαταλελειμμένο. Σήμερα βρίσκεται σε καλή κατάσταση, όμως η ριζική ανακαίνιση που δέχθηκε έχει αποκρύψει τα όποια ενδιαφέροντα μορφολογικά χαρακτηριστικά.
    Στις πηγές απαντά από το 1512 αλλά σύμφωνα με τη βιβλιογραφία ο ναός ή ένα τμήμα του είναι βυζαντινής εποχής. Αυτό τεκμηριώνεται, όπως αναφέρεται, από το τρίλοβο παράθυρο στην ημικυκλική αψίδα. Δυστυχώς όμως η ανακαίνιση εξαφάνισε αυτό το στοιχείο αφού σήμερα δεν είναι ορατό το τρίλοβο παράθυρο. Αν καταστράφηκε ή καλύφθηκε από επιχρίσματα δεν είναι γνωστό. Πάντως η διατήρηση τοιχογραφιών, μεταβυζαντινών, στο εσωτερικό δείχνει ότι τουλάχιστον δεν είχαμε αυθαίρετη ανακατασκευή.  Στον χώρο δυτικά του ναού η παρουσία ελάχιστων υπολειμμάτων παλαιάς λίθινης κατασκευής πιθανόν υποδηλώνουν την ύπαρξη κάποιου χτίσματος ή τοιχίου το οποίο απομακρύνθηκε από τις εκτεταμένες επεμβάσεις αναμόρφωσης.

Πηγές
· Ανδηγαυική Κέρκυρα (13ος-14ος αι.) - Σ. Ασωνίτης
· Η Κέρκυρα και τα ηπειρωτικά παράλια στα τέλη του Μεσαίωνα - Σ. Ασωνίτης
· Η νήσος των Κορυφών τον 16ο αιώνα - Χ Κόλλας
· Ορθόδοξοι Ναοί της Κέρκυρας τον 15ο αιώνα - Σ. Χ. Καρύδης
· Βυζαντινή τέχνη στα Επτάνησα, Π. Λ. Βοκοτόπουλος – Κερκυραϊκά χρονικά τόμος 15
· Εμμανουήλ Τοξότης, νοτάριος Κέρκυρας, πρωτόκολλο, πράξεις των ετών 1500-1503 - Εκδόσεις Ιονίου Πανεπιστημίου
· Θεόδωρου Βρανιανίτη δημοσίου νοτάριου πόλεως και νήσου Κερκύρας οι σωζόμενες πράξεις (1479-1516) - Σ. Χρ. Καρύδης
· Οι πράξεις του νοτάριου Κέρκυρας Ιωάννη Χοντρομάτη (1472-1473) - Ι.Μ. Κονιδάρη, Γ.Ε. Ροδολάκη
· Αρχεία Νομού Κέρκυρας, ΑΕΔ, Φ243
· Τρία ελαιόδεντρα στην Κέρκυρα από τα αρχαιότερα στον κόσμο - ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΕΝΩΣΗΣ ΕΠΤΑΝΗΣΙΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ
· Old Corfu,  History and CultureΝ. Σταματόπουλος
· http://psorari.blogspot.com
· Κάποιες φωτό είναι του Γ. Δημουλά

Μέσων Χρόνων Λείψανα - Μέρος ι΄

Ποταμός, Τρίκλινο και Μάμαλοι
    Το τοπωνύμιο Ποταμός ανευρίσκεται ήδη από τον 14ο αιώνα στις πηγές και πρέπει να είχε ήδη γεννηθεί οικισμός αφού τον 15ο γίνονται ρητές αναφορές σ' αυτόν. Βεβαίως οφείλει την ονομασία του στον παρακείμενο ποταμό, μόνιμο σύντροφό του στον διάβα των αιώνων. Οι Μάμαλοι, που χρωστούν το όνομά τους στο επώνυμο Μάμαλος, ήταν χωριό ήδη συγκροτημένο στα μέσα του 15ου αιώνα και απλωνόταν στην περιοχή του σημερινού λόφου του Κογεβίνα (υπήρχε και ομώνυμο χωριό στην περιοχή των Αλειμματάδων). Το Τρίκλινο, εκ των τριών κλινών ή από επώνυμο, το πρωτοσυναντάμε στα τέλη του 15ου αιώνα οπότε είναι οπωσδήποτε παλαιότερο τοπωνύμιο. Δεν είναι σαφές αν ποτέ αποτελούσε συγκροτημένο οικισμό όμως σίγουρα τον 16ο υπήρχε ανθρώπινη δραστηριοποίηση στον χώρο όπως δείχνουν τα τεκμήρια. Η ευρύτερη περιοχή σώζει ναούς των οποίων η παρουσία ανιχνεύεται στα μεσαιωνικά χρόνια. Όμως η πλειοψηφία τους έχει ανακαινιστεί και χάσει τα σχετικά γνωρίσματα.
    Στον Ποταμό υπάρχει ο Άγιος Αρσένιος γνωστός από το 1556, αν και η αφιέρωση στον συγκεκριμένο Άγιο αποτελεί ένδειξη ότι ίσως είναι παλαιότερος. Το χτίσμα δείχνει να μην έχει υποστεί ριζικές επεμβάσεις. Στον λόφο του Κογεβίνα βρίσκεται η Υ.Θ. των Μάμαλων, ναός υπαρκτός στις αρχές του 16ου αιώνα και κατά πάσα πιθανότητα παλαιότερος αφού σχετίζεται μ' αυτό το χωριό.  Το σημερινό χτίσμα μάλλον ανήκει στον 17ο αιώνα σύμφωνα με ενδείξεις αλλά δεν είναι γνωστό αν διατηρεί τμήμα παλιότερης οικοδομικής φάσης. Στην περιοχή του Τρίκλινου σώζονται σε ικανοποιητικό βαθμό τα χαλάσματα του Άγιου Νικολάου του Ριγανίτη. Οι πηγές ξεκινούν να μιλούν περί αυτού από τα μέσα του 16ου αιώνα χωρίς να αποκλείεται να είναι αρχαιότερος ενώ και το χτίσμα δείχνει αρκετά παλιό.

Άγιος Βάρβαρος
    Ο κεντρικός και εντυπωσιακός ναός του Ποταμού με σήμα κατατεθέν το επιβλητικό του καμπαναριό. Είναι γέννημα των Μέσων Χρόνων αφού οι πηγές κάνουν μνεία σ' αυτόν ήδη από το 1470 και μάλιστα γινόταν εμποροπανήγυρη την ημέρα γιορτής του Αγίου, όπου το πόπολο πουλούσε την πραμάτεια του. Από εκεί και έπειτα πληθαίνουν οι αναφορές σ' αυτόν. Έχει συνδεθεί και με θαυματουργές παρεμβάσεις.
    Σήμερα στέκει αγέρωχος και ανακαινισμένος. Δεν δείχνει χαρακτηριστικά αρχαιότητας και η μορφή του κτιρίου ανάγεται στους τελευταίους αιώνες. Πάντως διατηρεί παλαιές τοιχογραφίες στο εσωτερικό του πράγμα που δείχνει ότι σώζει παλαιότερη οικοδομική φάση.

Άγιος Παντελεήμων

    Είναι γνωστό ότι ο Άγιος Παντελεήμων ή Άι Παντελές κατά τσου Ποταμίτες προϋφίστατο του 1446, χρονιά που απαντά πρώτη φορά στα τεκμήρια. Ο ναός ορθώνεται στην κορφή ενός λόφου, παρέα με κάμποσα κυπαρίσσια, στο χωριό. Εξωτερικά δεν προδίδει παλαιότητα καθότι είναι ανακαινισμένος.

Αφιερωματική επιγραφή
    Τούτο το ιδιαίτερο κειμήλιο του παρελθόντος βρίσκεται εντοιχισμένο σε μαντρότοιχο και πρόκειται για ένα λίθινο τεμάχιο που κάποτε κοσμούσε προγενέστερη γέφυρα που διέσχιζε το ποτάμι του Ποταμού, περίπου στο ύψος του Άι Γιάννη στον Πόντε. Πάνω του έχει χαραχτεί αφιερωματική επιγραφή η οποία μας πληροφορεί ότι η γέφυρα κατασκευάστηκε από τον Εμμανουήλ Ραδοσλάβο προς αντικατάσταση παλαιότερης, ξύλινης και σαθρής, κατά το 1464.
    Η αφιερωματική επιγραφή φαίνεται εδώ:

Υ.Θ. Φανερωμένη
    Ολοκληρωτικά πνιγμένη στους κισσούς, εντελώς ξεχασμένη και με έντονα σημάδια φθοράς η Υ.Θ. Φανερωμένη κρύβεται σε μια γειτονιά του Τρίκλινου. Έχει έντονο ιστορικό ενδιαφέρον και κατά τον 16ο αιώνα ανήκε στην αρχοντική οικογένεια Δαρμέρ και τον 18ο αποτελούσε μετόχι των Αγίων Ιάσωνα και Σωσίπατρου. Αν και οι πηγές ξεκινούν να μιλούν γι' αυτήν στις αρχές του 16ου αιώνα, κατά πάσα πιθανότητα ο ναός (ή μέρος του) είναι αρκετά παλαιότερος. Αυτό διότι η τοιχοποιία του ιερού φέρει ένα πλίνθινο διάκοσμο          που σχηματίζει τεθλασμένη γραμμή, χαρακτηριστικό που συνήθως εμφανίζεται σε βυζαντινούς ναούς. Ωστόσο απαιτείται εξέταση από ειδικούς για την επιβεβαίωση ή όχι του ισχυρισμού.

Άγιος Βλάσιος
    Πρώτη μνεία για τον ναό έχουμε το 1497 άρα προϋπήρχε αυτής της χρονιάς. Βρίσκεται στην κορφή ενός λόφου στο Τρίκλινο και μάλιστα έχει ονοματίσει και γειτονική περιοχή. Είναι ανακαινισμένος και φαίνεται ότι έχει δεχτεί και προσθήκες επομένως η όψη του δεν δείχνει παλαιότητα. Όμως η αρκετά μικρή κόγχη του ιερού του, ίσως μαρτυρά απομεινάρι παλαιότερης οικοδομικής φάσης.

Βαρυπατάδες και Καλαφατιώνες
    Οι Βαρυπατάδες είναι οικισμός αρχαιότερος του 1362 οπότε και πρωτοεντοπίζεται στα τεκμήρια, παράλληλα με τους γειτονικούς Καλαφατιώνες και αμφότεροι ανήκαν στη δεκαρχία Εξωκαστρηνών και Μέσης. Τις ονομασίες τους τις χρωστούν πιθανότατα στα επώνυμα, Βαρυπράτης ή Βαρυπάτης και Καλαφάτης (σχετιζόμενο με το επάγγελμα μάλλον) που απαντούσαν στα χωριά αυτά μέχρι τον 16ο αιώνα. Στους Βαρυπατάδες μάλιστα υπήρχαν και οικογένειες που ανήκαν στην προνομιούχα ομάδα των Εξωκαστρηνών. Οι πηγές δεν δίνουν στοιχεία για ναούς που πιθανόν λειτουργούσαν εκεί στα μέσα του 14ου αιώνα. Ούτε τα σημερινά οικοδομήματα βοηθούν καθότι δείχνουν αρκετά νεότερα και ανακαινισμένα. Πιθανόν πάντως να είναι κάποιοι από τους ήδη υπαρκτούς στις αρχές του 16ου αιώνα ή παλαιότερα. Για παράδειγμα ο Άγιος Ανδρέας, περιοχής Βαρυπατάδων ήδη γνωστός το 1502. Ο Άγιος Γεώργιος στους Κατζατζάρους, υπαρκτός το 1514. Καθώς και ο Προφήτης Ηλίας και η Υ.Θ. Ελεούσα Καλαφατιώνων.

Αγία Παρασκευή
    Ορθώνεται στην άκρη του χωριού των Βαρυπατάδων, σε υπερυψωμένη θέση, εντυπωσιακός και ευπρεπής. Πρόκειται για παλαιότατο ναό που απαντά στις πηγές ως υφιστάμενος το 1479. Από τότε όμως έχει αλλάξει ριζικά μορφή, καθότι έχει δεχτεί οικοδομικές διαμορφώσεις ή ανακατασκευή σε πιο πρόσφατο παρελθόν ενώ είναι γνωστό ότι και το 1710 ανακαινίστηκε «εκ βόθρου».

 Άγιος Στέφανος
    Βρίσκεται στην πλατεία των Βαρυπατάδων. Ομοίως με την Αγία Παρασκευή, της οποία αποτελούσε μετόχι, βρίσκεται στις πηγές από το 1479. Δεν διαθέτει μεσαιωνικά γνωρίσματα καθότι έχει αναδιαμορφωθεί σε πολύ μεταγενέστερη εποχή.

Βιρός, Καστανιά και Πέραμα
    Το χωριό του Βυρού, ονομασία άγνωστης σημασίας - λέγεται από τον θάμνο βιρό, έχει μια παρουσία στα τεκμήρια που αρχίζει από τα τέλη του 15ου αιώνα επομένως σχηματίστηκε σε προγενέστερη εποχή. Γνωρίζουμε πως κατά το 1506 ήδη λειτουργούσε ο Ταξιάρχης. Ζει ως τις μέρες μας, άσχημα λαβωμένος όμως απ' τον χρόνο και την εγκατάλειψη. Η ηλικία του χτίσματος είναι άγνωστη.
    Η Καστανιά, ως τοπωνύμιο μας είναι γνωστή τουλάχιστον από το 1432 που οφείλεται προφανώς στις καστανιές, οι οποίες ακόμη φύονται στην περιοχή. Συγκροτημένο οικισμό όμως δεν αποτέλεσε παρά στις τελευταίες εποχές.
    Στην περιοχή του Περάματος, ονομασία ήδη σε χρήση τον 15ο αιώνα, βρίσκεται ένας κρυμμένος ιδιωτικός ναΐσκος, η Υ.Θ. των Εισοδίων που δεν μπορεί να ταυτιστεί με ασφάλεια με κάποιον αναφερόμενο στις πηγές ωστόσο φέρει αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά που δείχνουν ότι ίσως πρόκειται για παλαιότατο ναό.

Άγιος Νικόλαος Βυρού
    Αναφορές για τον Άγιο Νικόλαο του Βυρού έχουμε από το 1497 και δεν αποκλείεται να είναι ακόμη πιο παλιός. Στις μέρες μας έχουν μείνει μόνο κάποια χαλάσματά του, άγνωστης ηλικίας, λίγο έξω από το χωριό. Τα ερείπια δείχνουν πως ήταν μεγάλος ναός αλλά δεν μοιάζει μεσαιωνικός. Η λατρεία του Αγίου Νικολάου μεταφέρθηκε κάποια στιγμή στο παρελθόν στον νεότερο ναό που χτίστηκε μέσα στο χωριό.

Υ.Θ. Χρυσοστέφανη
    Η Υ.Θ. Χρυσοστέφανη βρίσκεται στην Καστανιά σ' ένα λόφο. Αν και ανακαινισμένη κάποια στοιχεία προδίδουν παλαιότητα, πράγμα που δείχνει ότι δεν έχει ανοικοδομηθεί στο πρόσφατο παρελθόν. Δεν έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αλλά η μικρή κόγχη και ασυμμετρίες στο οικοδόμημα δείχνουν ότι φέρει βάρος αιώνων πάνω της. Επομένως ίσως θα έπρεπε να εξεταστεί από ειδικούς. Ανερμήνευτο είναι και ένα λίθινο ανάγλυφο, πιθανόν μεσαιωνικό, που βρίσκεται εντοιχισμένο σ' αυτήν. Στις πηγές παρουσιάζεται ως υφιστάμενη το 1432. Παλιότερα έφερε το προσωνύμιο Καστανέα και ανήκε στο Ιερό Τάγμα των 32 πρωτοπαπάδων της πόλης των Κορφών.

Σιναράδες Κουραμάδες και Καστελλάνοι
    Τα γειτονικά χωριά Καστελλάνοι και Κουραμάδες πρωτοσυναντώνται στις πηγές σε νοταριακή πράξη του 1420, επιβεβαιώνοντας τη μακρά τους πορεία στον χρόνο. Οι ονομασίες τους θα μπορούσαν να αποδοθούν στο επώνυμο Κουραμάς, αν και πρόκειται για αδύναμη υπόθεση, για τους μεν Κουραμάδες ενώ για τους δε Καστελλάνους είτε στο επώνυμο Καστελλάνος, είτε στο αξίωμα καστελλάνος. Αδιαμφισβήτητα λοιπόν κάποιοι από τους ναούς των χωριών ανάγονται στους μέσους χρόνους, λατρευτικά όμως, διότι κτιριακά είναι αρκετά νεότεροι, έχοντας υποστεί ανακαίνιση ή ανοικοδόμηση. Απ' τον Άγιο Γεώργιο στους Καστελλάνους δυστυχώς δεν έχουν μείνει παρά λίγα χαλάσματα καλυμμένα με βλάστηση και τα οποία δεν δίνουν εικόνα γι' αυτόν. Υπήρχε το 1514 και αναφερόταν ως παλαιός, επομένως θα πρέπει να είχε ήδη τότε κάποια χρόνια ηλικίας. Στους Κουραμάδες η παράδοση θέλει ο ναός της Αγίας Παρασκευής να είναι η παλαιότερη εκκλησία του χωριού. Ακόμη, σχετικά με τον Παντοκράτορα, κτίσμα είναι του 17ου αιώνα, ανασκαφές στον περίγυρο αποκάλυψαν πρωτοχριστιανικούς τάφους που φανερώνουν την παλαιότητα της χρήσης του χώρου. Κατά την παράδοση και ο Άγιος Παντελεήμων και ο Άι Γιάννης ο Καλυβίτης είναι ναοί που ανάγονται σε προγενέστερες του 16ου αιώνα εποχές.
    Όχι πολύ μακρύτερα, χωρικά και χρονικά, αφού αποτελούσαν συγκροτημένο οικισμό το 1479, απλώνονται οι Σιναράδες. Η ονομασία τους δεν είναι ξεκάθαρο από πηγάζει, ίσως από το επώνυμο Σίνης ή Σιναράς, που ωστόσο δεν έχει εντοπιστεί στις πηγές. Αξίζει να τονιστεί ότι και εδώ υπήρχαν εγκατεστημένες οικογένειες Εξωκαστρηνών. Το χωριό έχει αρκετούς ναούς και λογικά κάποιοι απ' αυτούς ήταν υφιστάμενοι πριν τον 16ο αιώνα. Αλλά οι φειδωλές πηγές δεν δίνουν τη δυνατότητα σχηματισμού υποθέσεων για το ποιοι θα μπορούσαν να είναι αυτοί, ενώ και τα χτίσματα, όχι πολύ παλαιά, δεν βοηθούν.

Υπαπαντή 
    Η φημισμένη εκκλησία της Υπαπαντής στους Καστελλάνους με το ξακουστό της πανηγύρι, μετρά κάμποσους αιώνες ζωής. Στα τεκμήρια πρωτοαπαντάνται το 1420 αλλά ίσως είναι αρχαιότερη. Το 1497 ήδη ανήκε σε αδελφότητα με μέλη από τα χωριά Βιρός, Γαστούρι, Κυνοπιάστες, Κουραμάδες, Καλαφατιώνες και Καστελλάνοι, αλλά στους επόμενους αιώνες αυτή περιορίστηκε σε οικογένειες από τους Καστελλάνους. Ο ναός είναι επίσης συνδεδεμένος με μια παράδοση η οποία διηγείται ότι μια άτεκνη γυναίκα βρήκε στο κτήμα της τη θαυματουργή εικόνα και την πήρε για να την τοποθετήσει σε εικονοστάσι. Όμως η εικόνα με θαυματουργό τρόπο επέστρεφε στο σημείο όπου αρχικά είχε βρεθεί και έτσι η γυναίκα, αποφάσισε να κτίσει εκεί έναν ναό.
    Το σημερινό κτίριο βεβαίως είναι αρκετά πιο πρόσφατο, αλλά δεν αποκλείεται να περιλαμβάνει τμήματα παλαιότερων οικοδομικών φάσεων, αφού κάτι τέτοιο δεν ήταν σπάνιο κατά την ανακατασκευή/ανακαίνιση ναών στο παρελθόν. Μάλιστα στον προαύλιο χώρο υπάρχουν κάποια αρχιτεκτονικά μέλη που ανήκουν μάλλον σε παλαιότερη φάση του ναού.

Υ.Θ. Οδηγήτρια
    Η Υ.Θ. Οδηγήτρια, ήδη υπήρχε το 1498, αλλά σήμερα έχει ανακατασκευαστεί εκ βάθρων, καθότι είχε ερειπωθεί πλήρως και δεν σώζει στοιχεία παλαιότητας.

Πηγές
· Ανδηγαυική Κέρκυρα (13ος-14ος αι.) - Σ. Ασωνίτης
· Η Κέρκυρα και τα ηπειρωτικά παράλια στα τέλη του Μεσαίωνα - Σ. Ασωνίτης
· Η νήσος των Κορυφών τον 16ο αιώνα – Χ. Κόλλας
· Κέρκυρα απ' όπου βυθά ως όπου χαράζει - Γ. Δημουλάς
· Ορθόδοξοι Ναοί της Κέρκυρας τον 15ο αιώνα - Σ. Χ. Καρύδης
· Ο αστικός χώρος και τα Ιερά. Η περίπτωση της Κέρκυρας τον 16ο αιώνα - Σ. Χρ. Καρύδης
· http://www.kouramades.gr/

Μέσων Χρόνων Λείψανα - Μέρος θ΄

στην Παλαιοκαστρίτσα
    Το όνομα Παλαιοκαστρίτσα βεβαίως παραπέμπει σε παλαιό κάστρο και πιθανόν σχετίζεται με την άλλοτε ύπαρξη οικισμού πάνω στο ακρωτήρι του Αγίου Νικολάου ή της Παλαιόχωρας, ανατολικά του ακρωτηρίου που βρίσκεται η μονή. Επίσης κάποιοι μελετητές είχαν τοποθετήσει σε αυτό το μέρος την πόλη του μυθικού βασιλιά των Φαιάκων Αλκίνοου αλλά φυσικά δεν έχει αποδειχθεί κάτι τέτοιο.

Υ.Θ.  Παλαιοκαστρίτισσα
    Η μονή της Υ.Θ. στην Παλαιοκαστρίτσα θρονιάζεται επί της κορφής του γραφικού βραχώδους ακρωτηρίου στην άγρια βορειοδυτική πλευρά του νησιού. Ο ναός και γενικά η γύρω περιοχή συνιστούν ένα ιδιαίτερο κομμάτι της Κορφιάτικης ιστορίας. Μάλιστα από το 1572 και μετά υπάρχει μόνιμη καταγραφή των συμβάντων και γεγονότων που αφορούν την μονή δίνοντας μια εικόνα της πνευματικής και κοινωνικής δραστηριότητάς της με τον πέρασμα των αιώνων. Εξακολουθεί να λειτουργεί ως μοναστήρι και προσελκύει πλήθος τουριστών κάθε χρόνο, ως ένα από τα πιο γνωστά αξιοθέατα του νησιού.
    Χρονολογία γέννησης του ναού δεν γνωρίζουμε. Η παράδοση θέλει χτίστηκε το 1228, αλλά ακόμη δεν υπάρχουν αποδείξεις. Ο θρύλος λέει ότι βρέθηκε μια εικόνα σε αυτό το ακρωτήρι, επί του οποίου οι κάτοικοι της Παλαιόχωρας έκτισαν έναν ναό.
    Πρωτοεμφανίζεται στα τεκμήρια σε συμβολαιογραφική πράξη του 1469, η οποία μαρτυρά την απόφαση των κτητόρων «..Πρότη εκτήτορες...» του ναού να συλλέξουν εισφορές για την ανακαίνισή του «...δια να ξανακενουργόσομεν...». Άρα υπήρχε μπριχού το 1469. Επίσης αποκαλύπτει ότι ήταν συναδελφικός και πως τα μέλη της αδελφότητας προέρχονταν από τα χωριά: Πάγοι, Μεσσαριά, Χωροεπίσκοποι, Ραφαλάδες, Άγιος Αθανάσιος, Βίστωνας, Λάκωνες, Κρήνη δίνοντας παράλληλα και μια οικιστική εικόνα της περιοχής τον 15ο αιώνα. Ωστόσο δεν είναι γνωστό αν ήδη λειτουργούσε τότε ως μοναστήρι, κάτι που φαίνεται πως συνέβαινε προς τα τέλη του 16ου αιώνα με αρχές 17ου. Τα περί της λειτουργίας της θέματα διευθετούνταν από μια επιτροπή εκλεγμένη από τους κτήτορες και από τον πρωτοπαπά της περιοχής. Αυτοί διόριζαν και τον Ηγούμενο, μεταξύ των ιερομονάχων που κατάγονταν από τα χωριά που είχαν κτητορικό δικαίωμα.
    Το 1403 Γενοβέζοι μισθοφόροι λεηλάτησαν τον ναό, όπως λέγεται χωρίς να έχει επιβεβαιωθεί, μαζί με τις γύρω περιοχές και έθεσαν υπό πολιορκία το Αγγελόκαστρο, όπου είχαν βρει καταφύγιο οι ένοικοι της μονής και χωρικοί. Η προσπάθειά τους αποδείχτηκε μάταιη και τελικά αποχώρησαν. Άγνωστη και η τύχη του ναού κατά τη σφοδρή πολιορκία του 1537 αφού μαρτυρίες για τον ναό από το 1469 μέχρι το 1558, όπου ξαναεμφανίζεται, δεν έχουν διασωθεί. Λογικά πάντως στις επόμενες πολιορκίες το Αγγελόκαστρο έθεσε υπό την σκέπη του τους μοναχούς και τους κατοίκους των πέριξ. Κατά τον 18ο αιώνα φαίνεται ότι η λειτουργία της διαταράχθηκε από εσωτερικές προστριβές. Τον 19ο αιώνα οι Εγγλέζοι θα χρησιμοποιήσουν το μοναστήρι ως στρατιωτικό νοσοκομείο. Κατά τη διάρκεια του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου, οι Ιταλοί θα εγκαταστήσουν εκεί ένα στρατιωτικό φυλάκιο ενώ το 1943, οι Γερμανοί θα το μετατρέψουν σε στρατώνα διώχνοντας τους μοναχούς. Η μονή επαναλειτούργησε μετά τον πόλεμο.
    Το μοναστηριακό συγκρότημα θεωρείται τυπικό δείγμα μοναστικής αρχιτεκτονικής και χρονολογείται στον 18ο αιώνα. Αποτελείται από το ναό στο κέντρο ο οποίος περιβάλλεται από ένα γραφικό οικοδομικό συγκρότημα με περιαύλιο, κελιά των μοναχών, λουτρουβιό, καμαροσκέπαστους διαδρόμους, αποθήκες και κήπο. Στο τοξοειδές υπέρθυρο της κύριας εισόδου στη βόρεια πλευρά του συγκροτήματος είναι χαραγμένη η αμφίβολη χρονολογία 1228. Το καθολικό της μονής είναι μια μονόκλιτη βασιλική όπου υπάρχουν αρκετές αξιόλογες εικόνες κυρίως Κρητικής τεχνοτροπίας. Σε παρακείμενο χώρο έχει διαμορφωθεί μικρό μουσείο που περιλαμβάνει κειμήλια και εικόνες καθώς και διάφορα άλλα εκθέματα, μεταξύ των οποίων και κόκκαλα ενός θαλάσσιου κήτους(φυσητήρα). Ακόμη, έξω από το μοναστήρι υπάρχει ένα ρωσικό κανόνι πιθανώς κατάλοιπο της σύντομης παρουσίας των Ρώσων το 1799.

Άγιος Νικόλαος
    Τα χαλάσματα του Αγίου Νικολάου, ένα μέρος του νότιου τοίχου και ένα τμήμα του ιερού, δίνουν τη μάχη τους ενάντια στον χρόνο, στην πλαγιά της χερσονήσου της Παλαιοχώρας. Πολλά στοιχεία δεν είναι γνωστά για τον ναό. Φαίνεται ότι υπήρχε τον 16ο αιώνα αλλά πρέπει να είναι παλαιότερος βάσει κάποιων μορφολογικών στοιχείων. Άγνωστο αν συνδεόταν με τον οικισμό της Παλαιοχώρας που άλλοτε ζούσε σ' αυτόν τον χώρο.

Άγιος Γεώργιος
    Τα ερείπια του Άι Γιώργη ορθώνονται και αυτά στη χερσόνησο της Παλαιοχώρας υφιστάμενα μονίμως την πίεση του χρόνου. Για τον ναό αυτό δεν έχουν εντοπιστεί μέχρι στιγμής ιστορικά στοιχεία ενώ σίγουρα δεν λειτουργούσε από τον 18ο αιώνα και μετά. Πιθανόν είναι μεσαιωνικός Το σχετικά μεγάλο, για ξωκλήσι, μέγεθος καθώς και η αλλοτινή ύπαρξη ενός οικισμού άγνωστης εποχής εκεί οδηγούν στην υπόθεση ότι υπήρχε κάποια συσχέτιση μεταξύ τους.

Παλαιοχώρα
    Στην ομώνυμη χερσόνησο σώζονται κάποια ασαφή χαλάσματα που μαρτυρούν την παρουσία ενός οικισμού. Οι πηγές σιωπούν σχετικά με τον οικισμό αυτό, γεγονός που υπονοεί ότι ίσως ήταν παλαιότερος του 16ου αιώνα. Ούτε σώζεται κάποια συγκεκριμένη ονομασία του. Επίσης, αναπάντητο είναι και το ερώτημα για το αν η Παλαιοχώρα αποτελούσε την πρότερη θέση κάποιου από τους υφιστάμενους οικισμούς της περιοχής.

Δουκάδες και Σκριπερό
    Αμφότερα τα χωριά θεωρείται πως ανάγονται στα βυζαντινά χρόνια. Στις πηγές τα πρωτοσυναντάμε ρητά στην αναγραφή της περιουσίας της βαρονίας Carazzulla το 1446. Το Σκριπερό, ονομασία που θεωρείται ότι προέρχεται από την αλβανική λέξη "σκρέπ" που σημαίνει βραχώδης πλαγιά, λέγεται πως συγκροτήθηκε από Μαρδαΐτες κατά τον 12ο αιώνα.
    Οι Δουκάδες οφείλουν την ονομασία τους στο επώνυμο Δούκας και μάλιστα λέγεται ότι στην περιοχή διεξήχθη μάχη μεταξύ ντόπιων και Γενοβέζων μισθοφόρων το 1403. Εκεί τεκμηριώνεται η παρουσία ναών κατά τον 16ο αιώνα οι οποίοι θα μπορούσαν να είναι παλαιότεροι. Ωστόσο σήμερα δεν μαρτυρούν ιδιαίτερη παλαιότητα. Πρόκειται για τον Άγιο Δημήτριο Γλυκιωτάδων και την Υ.Θ. Μεσοχωρίτισσα.
    Η ευρύτερη περιοχή δεν σώζει εμφανή μεσαιωνικά ευρήματα και ούτε ναοί που πιθανόν υπήρχαν κατά την εξεταζόμενη περίοδο διαθέτουν σχετικά χαρακτηριστικά, αφού είναι όλοι ανακαινισμένοι σε πιο πρόσφατες εποχές.

Άγιος Στέφανος
    Ο κεντρικός ναός του Σκριπερού που δεσπόζει στο πάνω μέρος του χωριού. Είναι περιτριγυρισμένος από τοίχο στον οποίο ανοίγεται μια πύλη με περίτεχνο περιθύρωμα. Βρίσκεται σε καλή κατάσταση καθότι ανακαινισμένος, αλλά πίσω από τις επεμβάσεις και τα φτιασίδια κρύβει ιστορία αιώνων.
     Η σωζόμενη κτητορική επιγραφή μνημονεύει ότι κατασκευάστηκε με δαπάνη διαφόρων κατοίκων του χωριού το 1417. Ασαφές είναι αν η επιγραφή αυτή είναι η παλιά ή μεταγενέστερη επανεγγραφή της. Αν ισχύει το πρώτο σημαίνει ότι ο πυρήνας του ναού είναι μεσαιωνικός.
    Εκτός των άλλων, η επιγραφή έχει ενδιαφέρον γιατί αναφέρει και κάποια επώνυμα κατοίκων του χωριού κατά το 1417 που επιβιώνουν ως σήμερα. Είναι τα Μαυρομάτης, Κορωνάκης, Κλήμης, Λουβρος και Σαλβάνος.

Γιαννάδες και Βάτος
    Το χωριό Βάτος αρχίζει να κάνει δειλά την εμφάνισή του κάπου τον 17ο αιώνα. Όμως η παλαιότητα κάποιων ναών στην περιοχή δείχνει ότι άνθρωποι δραστηριοποιούνταν εκεί τουλάχιστον από τον μεσαίωνα.
    Αντίθετα, το χωριό των Γιαννάδων, μάλλον εκ του επωνύμου Γιαννάς ή κάποιο παρεμφερές, ήδη υφίστατο αρχές του 16ου αιώνα επομένως είναι τουλάχιστον υστερομεσαιωνικό. Την αυτή εποχή απαντά και ο ναός του Αγίου Νικολάου στους Γιαννάδες, που πιθανότατα ήταν παλαιότερος. Ζει ως τις μέρες μας ανακαινισμένος και έχοντας υποστεί πιο πρόσφατες οικοδομικές επεμβάσεις, χωρίς γνωρίσματα παλαιότητας.

Άγιος Γεώργιος ο Υψηλός
    Επί του χωριού Βάτος υψώνεται ένας λόφος όπου διαμορφώνεται ένα όμορφο τοπίο το οποίο προσφέρει υπέροχη θέα. Από το σημείο αυτό αγναντεύει κανείς ένα μεγάλο τμήμα του νησιού και αποκτά μια ωραία εικόνα των δυτικών ακτών της Κέρκυρας αλλά και της περιοχής Μέσης. Εκεί βρίσκεται και ο Άι Γιώργης.
    Κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για τον Άι Γιώργη τον Υψηλό που απαντάται σε έγγραφο του 1420, συνταγμένο από τον νοτάριο Ιωάννη Σπαρμιώτη. Μνημονεύεται η πώληση ενός αμπελώνα στον Γουλιέλμο De Hugoth, εκπρόσωπο της μονής Αγίου Γεωργίου του Υψηλού, από τα αδέρφια Βασίλη και Γιώργη Παραμονή. Ο ίδιος ναός αναφέρεται και στη διαθήκη του φεουδάρχη Αρσένη Δεληγότη συνταγμένη το 1469 από τον Ιωάννη Πολυλά.
    Ο ναός έχει υποστεί κάποιες επεμβάσεις ανακαίνισης αλλά διατηρείται, ευτυχώς και αξιοθαύμαστα, στην αρχική του μορφή. Είναι μονόχωρος, με ημικυκλική αψίδα, χτισμένος με αργόλιθους. Το τοξωτό πλίνθινο πλαίσιο στο παράθυρο του ιερού και η παρουσία πλίνθων στους αρμούς υποδηλώνουν ότι είναι μεσαιωνικός. Οι τοιχογραφίες που διασώζονται είναι σε κακή κατάσταση και ανάγονται μάλλον στον 14ο ή 15ο αιώνα.
    Αξίζει να αναφερθεί ότι η αρχοντική οικογένεια των Δεληγότηδων κρατούσε από ένα κλάδο του προβηγκιανού οίκου De Hugoth. Μέλη αυτού του κλάδου ήρθαν στην Κέρκυρα τον 14ο αιώνα επί Ανδηγαυών ως τοπικοί αξιωματούχοι και κατέστησαν αποδέκτες φεουδαλικών αγαθών από τσ’ αρχόντους. Εγκαταστάθηκαν μόνιμα εδώ και με την πάροδο των ετών Κερκυραιοποιήθηκαν.

Άγιος Νικόλαος
    Πρόκειται για τον ενοριακό ναό του Βάτου ο οποίος λειτουργείται και φυσικά είναι ανακαινισμένος.
       
    Τυπολογικά ανήκει στην επτανησιακή βασιλική. Εξωτερικά δεν υπάρχει κάτι που να φανερώνει την παλαιότητά του αφού έχει υποστεί επεμβάσεις. Ωστόσο ενσωματώνει τμήμα παλαιότερου ναού που χρονολογείται από ειδικό, βάσει τοιχογραφιών, στον 13ο αιώνα. Αυτό έγινε γνωστό μπριχού 50 περίπου χρόνια, όταν έγιναν κάποιες εργασίες εντός του ναού που αποκάλυψαν στον ανατολικό τοίχο λείψανα αυτών των τοιχογραφιών.

Πηγές
· Η Κέρκυρα και τα ηπειρωτικά παράλια στα τέλη του Μεσαίωνα - Σ. Ασωνίτης
· Δουκάδες Κέρκυρας - Αλεξάκης Αλέξανδρος
· Η νήσος των Κορυφών τον 16ο αιώνα - Χ Κόλλας
· Ορθόδοξοι Ναοί της Κέρκυρας τον 15ο αιώνα - Σ. Χ. Καρύδης
· Ορθόδοξες αδελφότητες και συναδελφικοί ναοί στην Κέρκυρα (15ος-19ος αι.) - Σ. Χ.  Καρύδης
· Βυζαντινή τέχνη στα Επτάνησα, Π. Λ. Βοκοτόπουλος – Κερκυραϊκά χρονικά τόμος 15
· Κερκυραϊκά, τόμοι Α΄ και Β΄ - Ι. Μπουνιάς
· Old Corfu,  History and CultureΝ. Σταματόπουλος
· Rock of Ages, The fascinating story of the Palaiokastritsa Monastery -  J. Forte