Παρασκευή 11 Απριλίου 2014

Καββαδάδες


Τραβάμε για τ' Αγύρου, όπου ο Γεράσιμος Χανδρινός μας συμπαρασύρει σ' ένα χωροχρονικό ταξίδι στο παλαιότατο χωριό των Καββαδάδων....
Μια ματιά προς λεβάντε από τους Καββαδάδες, στο βάθος οι Αρμενάδες.
   Οι Καββαδάδες είναι μια μικρή κοινότητα στο βόρειο συγκρότημα της Κέρκυρας και συγκεκριμένα στην περιοχή Αγύρου. Έχει πληθυσμό περίπου 770 κατοίκους, βρίσκεται σε υψόμετρο 120 μέτρων και απέχει 33 χλμ απ΄ την πόλη της Κέρκυρας.
    Στους Καββαδάδες ανήκει μέρος της παραλίας του Αρίλλα καθώς και του Αγίου Γεωργίου Πάγων. Υπάρχουν ελάχιστες  ιστορικές αναφορές στο χωριό αυτό, μα παρόλα αυτά βρίσκουμε πληροφορίες σε νοταριακές πράξεις του 16ου αιώνα, που είναι κάπως διαφωτιστικές για την καταγωγή μα και για την πληθυσμιακή του σύνθεση. Το όνομα της κοινότητας παλαιότερα συνηθιζόταν να αναφέρεται ως «Καββαδάτες» και με αυτό το όνομα το βρίσκουμε σε παλαιά έγγραφα. Γνωρίζουμε πως τη βυζαντινή περίοδο προστέθηκε στα χωριά η κατάληξη –αδες. Άρα κάπου εκεί μπορούμε να τοποθετήσουμε χρονικά και εμείς την ίδρυση των Καββαδάδων ή λίγο αργότερα στην εποχή των Ανδηγαυών, δηλαδή την περίοδο που η Κέρκυρα ανήκε στο βασίλειο της Σικελίας (1267-1386) και αυτό σύμφωνα με μια μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία του Τμήματος Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου, που περιγράφει την εξέλιξη των οικισμών και τα οικιστικά πρότυπα ανάπτυξης στη βόρεια Κέρκυρα και μας δίνει την δυνατότητα να αντλήσουμε λίγα στοιχεία για τον τρόπο που εξελίχθηκε ο οικισμός των Καββαδάδων και τον πιθανό ορισμό της ηλικίας του μέσα στους τελευταίους αιώνες.
     Πρώτη γνωστή αναφορά σε αρχειακές πηγές για την κοινότητα Καββαδάδων βρίσκουμε σε βενετικό έγγραφο του 1407 οπού και αναφέρεται η συγκεκριμένη κοινότητα με το όνομα που σήμερα γνωρίζουμε. 
Αντίγραφο της απόφασης της Ενετικής Γερουσίας του 1407, όπως δημοσιεύτηκε στα "Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας" του Κ. Σάθα.
    Εκείνη την εποχή αιτήθηκαν οι κάτοικοι της περιοχής των Καββαδάτων, Αρμενάδων, Περλεψιμάδων και Τερμενάδων, προς την Βενετία, μείωση φορολογίας. Συμφωνά με το συγκεκριμένο έγγραφο, η Βενετική Γερουσία εισάκουσε το αίτημά τους. Εν ετει 1407, εικοσιένα μόλις χρόνια  μετά την έλευση των Βενετών στην Κέρκυρα.
       Στην ευρύτερη περιοχή των Καββαδάδων βρίσκεται και ο Αφιώνας αλλά και ο Αρίλλας. Μέχρι το έτος 1947 ο Αφιώνας αποτελούσε οικισμό των Καββαδάδων σε μια και ενιαία κοινότητα. Σε καταγραφές συμβολαιογραφικών πράξεων που έχουν γίνει την περίοδο 1503-1577, αλλά και μεταγενέστερα τον 17ο αιώνα, στην περιοχή βρίσκουμε αναφορές για περιοχές Άνω και Κάτω Αρίλλα. Αυτό μάλλον συμβαίνει διότι ο οικισμός του Αφιώνα την περίοδο εκείνη πιθανόν αποτελούσε τον Άνω Αρίλλα, παίρνοντας την ονομασία του από την πληθώρα των αριάδων (Quercus Ilex, δεντρα ποικιλίας δρυός) που ακόμη αφθονούν στην περιοχή του εν λόγω χωριού, και ο σημερινός Αρίλλας αποτελούσε τον Κάτω.
   Αναφορικά στο όνομα των Καββαδάδων δεν μπορούμε παρά να υποθέσουμε πως προέρχεται  απο το επώνυμο Καββάδης ή Καββάδας  που πλέον δεν συναντάται στην περιοχή μα υπάρχει στην πόλη της Κέρκυρας και αλλού. Πληροφορίες για το όνομα αυτό παίρνουμε από νοταριακές πράξεις γάμων που συντάχτηκαν στην περιοχή και εμφανίζουν κατοίκους των Καββαδάδων το 1503 μ' αυτό το επώνυμο. Επώνυμο που έδωσε το όνομα του χωριού Καββαδάδες και προήλθε πιθανότατα από το καβάδι, ένα είδος βυζαντινού στρατιωτικού χιτώνα. Οι Καββάδες λοιπόν θα μπορούσαν να είναι οι κατασκευαστές αυτού του ενδύματος. Συνήθεια της βυζαντινής περιόδου ήταν να αποδίδονται επώνυμα είτε από καταγωγή, είτε από παρατσούκλια είτε από επαγγελματική ιδιότητα όπως εδώ. Δείτε τον παραλληλισμό παρακάτω:
- Kαβάδης-ο υφασματοποιός.
- Kαψοκαβάδης-αυτός που έκαψε το ύφασμα.
Στην πρώτη περίπτωση έχουμε απόδοση επωνύμου λόγω επαγγελματικής ιδιότητας και στην δεύτερη από παρατσούκλι. Όπως και να έχει, υπάρχουν μέχρι σήμερα και τα δυο επώνυμα, με κάποια διαφοροποίηση του πρώτου, στην Κέρκυρα. 
Η μεγαλόπρεπη πύλη τ' αρχοντικού Κολλυτά - Δενδρινού - Σαμοΐλη.
     Επίσης στο χωριό υπάρχει αξιόλογο κτίριο(αρχοντική αγροικία) του 1624 της οικογένειας των Δενδρινών (παλαιότερα -Κολλυτά-) που κοσμεί την περιοχή με την αισθητική και ιστορική του αξία. Σήμερα  είναι ιδιοκτησία της οικογένειας Σαμοΐλη από την Αγγλία. Το συγκεκριμένο αυτό αρχοντικό, όπως το αποκαλούν οι κάτοικοι, έχει φιλοξενήσει σπουδαία για την πολιτική ζωή της Κέρκυρας πρόσωπα. Είναι άλλωστε γνωστό πως στο κίνημα για την απελευθέρωση των αγροτικών ακινήτων της Κέρκυρας, εκτός του Πολυχρόνη Κωνσταντά, συνέβαλλαν καθοριστικά και οι νόμοι του φιλοαγροτικού βουλευτή των Φιλελευθέρων  Ανδρέα Δενδρινού, που ο τελευταίος για χάρη των ιδεών του δεν δίστασε να χάσει ακόμη και την ίδια του την κτηματική περιουσία στην περιοχή των Καββαδάδων που ανερχόταν στο ποσό των 25 εκατομμυρίων προπολεμικών δραχμών. Ο νόμος που πέρασε ο Δενδρινός το 1925 καθιέρωσε τον αγρότη ως ιδιοκτήτη γης που μέχρι πρότινος ανήκε στις μεγάλες και παλιές οικογένειες γαιοκτημόνων. Παράλληλα έθεσε τις βάσεις του νόμου της χρησικτησίας που είναι σε ισχύ έως και σήμερα και έδωσε σαφές πλεονέκτημα στην αγροτική οικογένεια να ξεφύγει από την απόλυτη ένδεια και να αναπτυχθεί αποκτώντας πλέον παρουσία και λόγο στην κοινωνική και πολιτική ζωή του τόπου. Αξίζει να αναφέρουμε πως όταν τελικά κατάφερε και πέρασε το πολυπόθητο νομοθετικό διάταγμα με το οποίο απελευθέρωνε την κερκυραϊκή γη, έγραψε στην γυναίκα του Ειρήνη το εξής: «έρχομαι αποκομίζων ελευθερίαν αγροτών».
     Σήμερα στους Καββαδάδες απ’ άκρη σε άκρη του οικισμού υπάρχουν αρκετές εκκλησίες. Για την ακρίβεια 8, μικρές και μεγάλες με κυριότερη αυτήν του Αγίου Σπυρίδωνα. Κάποιες απ' αυτές έχουν συνενωθεί με άλλες, κάποιες χάριν οικονομίας έγιναν μικρότερες άλλες πάλι μεγάλωσαν. Όπως και να 'χει όλες πλην μιας είναι σε αρίστη κατάσταση και λειτουργούνται την ημέρα που τιμάται ο Άγιος της καθεμιάς. Παραθέτουμε κάποια στοιχειά επιπλέον:

Άγιος Σπυρίδων & Υ.Θ. Οδηγήτρια
     Πρόκειται για τον μητροπολιτικό ναό του χωριού που ορθώνεται στην ανατολική άκρη του χωριού, προς την πεδιάδα. Είναι ανακαινισμένος και εμφανίζει τεχνοτροπίες που απαντούν και σε άλλους ναούς που αναδιαμορφώθηκαν ή οικοδομήθηκαν κατά τον 19ο και 20ο αιώνα. Πάνω από τη νότια είσοδό του υπάρχει παλιά εντοιχισμένη επιγραφή «Ο ΝΑΟΣ ΟΥΤΟΣ ΑΝΗΓΕΡΘΗ ΚΟΙΝΗ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΣΥΝΔΡΟΜΗ ΕΝ ΕΤΕΙ 1898». Τιμάται και στο όνομα της Υ.Θ. Οδηγήτριας και υπάρχει η σχετική εικόνα ως δεύτερη μονή στο εσωτερικό του.
Άγιος Σπυρίδωνας.
     Ήδη υπαρκτός το 1707, το 1754 απαντά «εις το χωρίον Καβαδάτων» ως συναδελφικός με κουμέσους τον Μάριο Τζουκαλά και τον Σταμάτη Αλευκιμιώτη και εφημέριο τον Σπυρίδωνα Κομνηνό. Αρχές 19ου αιώνα έχει διατηρήσει το ιδιοκτησιακό του καθεστώς και επίτροποί του είναι οι Καπογιάννος Βουργαράκης και Νικολέτος Καλούδης. Μεταγενέστερα επεκτάθηκε ή ανοικοδομήθηκε στην ίδια θέση και συνενώθηκε τον ναό της Υ.Θ. Οδηγήτριας. Πιθανόν αυτές τις οικοδομικές διεργασίες μαρτυρά η προαναφερθείσα επιγραφή.

Αγία Παρασκευή
      Ναός που στέκεται στην συνοικία Τσουκαλάτικα, σε ύψωμα που προσφέρει άπλετη θέα τριγύρω. Αν και ανακαινισμένος, διαθέτει κάποια αρχιτεκτονικά στοιχεία που αποτελούν κληρονομιά του παρελθόντος.
      Είναι παλαιότερη του 1738, χρονιά κατά την οποία δωρήθηκε στον Στέλιο Τζουκαλά, από τις δύο ιδιοκτήτριες, αδερφές Παγουλίνα και Σοφία Τυροφά, οι οποίες τον είχαν κληρονομήσει τον ναό από τον πατέρα τους και δεν μπορούσαν να τον συντηρήσουν. Μάλιστα χαρακτηρίζεται τότε ως «αφανισμένη», χωρίς όμως αυτό να σημαίνει απαραίτητα ότι είχε ερειπωθεί εντελώς. Στα μέσα του 18ου αιώνα απαντάται ως ιδιωτικός, «γιους του Μάρκου Τζουκαλά». Τοποθετείται «εις την περιοχήν του αυτού χωρίου Καβαδάτων» κάτι που ενδεχομένως δείχνει ότι το χωριό δεν είχε ακόμη επεκταθεί προς εκείνη την πλευρά. Ιδιοκτησία της οικογένειας Τζουκαλά συνέχισε να είναι και στις αρχές του 19ου αιώνα όπως φαίνεται από τον σχετικό κατάλογο ενώ η ίδια οικογένεια τον κατέχει και σήμερα.

Αγία Μαρίνα
    Η Αγία Μαρίνα βρίσκεται σε πεδινή έκταση, στη βόρεια άκρη του χωριού, δίπλα στο δημόσιο δρόμο για Μαγουλάδες. Είναι ένας ανακαινισμένος ναΐσκος από τον οποίον όμως δεν λείπουν και κάποια χαρακτηριστικά που δείχνουν παλαιότητα.
    Υφίστατο ήδη το 1506, όπως συνέγεται από νοταριακό έγγραφο που μιλά για «την περιοχήν χωρίου των Καβαδάτων εις τον κάμπον της Αγίας Μαρίνας». Το 1604 υπέστη ανακαίνιση καθότι ήταν ετοιμόρροπος. Το 1754 σημειώνεται «εις το χωρίον Καβαδάτων», διοικούμενος από αδελφότητα μελών της οικογένειας Αυγερινού και εφημέριο τον π.Ιωάννη Αυγερινό, η οποία τον κατείχε και το 1820. Σήμερα εξακολουθεί να ανήκει στην ίδια οικογένεια.

Άγιοι Απόστολοι
    Μικρός σχετικά ναός, ο οποίος αν και έχει υποστεί διάφορες επεμβάσεις, φαίνεται ότι διατηρεί και παλαιότερη οικοδομική φάση.
Άγιοι Απόστολοι.
      Η πρώτη μνεία στις πηγές έρχεται από το 1507 και αναφέρει ότι ο ναός βρισκόταν «εν τη περιοχή των Καβαδάτων». Ως «μονήν των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου» και με τον ίδιο χωρικό προσδιορισμό σημειώνεται στα μέσα του 18ου αιώνα, με ιδιοκτήτη τον Παναγιώτη Βουργαράκη. Αρχές του επόμενου αιώνα ανήκε στον Απόστολο Σκουλή. Κατά το 1920 έγιναν εργασίες επέκτασής του και κατά το 1985 ανακαινίστηκε. Σήμερα τελεί υπό την ιδιοκτησία των οικογενειών Σαούλου και Λευκιμμιάτη.

Άγιος Ιωάννης Πρόδρομος
      Βρίσκεται βορειοδυτικά του Αγίου Σπυρίδωνα, στο χωριό, στην περιοχή γνωστή ως «του Μπάλιου» γι' αυτό φέρει και αυτή την προσωνυμία. Πρόκειται για ένα τετράγωνο ναΰδριο που χτίστηκε στη θέση παλαιότερου ναού και με μικρότερες διαστάσεις απ' αυτόν. Από τον παλιό ναό λέγεται ότι έχει διασωθεί μόνο το τέμπλο και η Αγία Τράπεζα, αλλά εκτός αυτών δεν υπάρχουν άλλα εμφανή απομεινάρια του.
       Η αρχειακή μαρτυρία «πλησίον το κλήσμα του Αγίου Ιωάννη» του 1506, συνηγορεί στο ότι ο ναός ήταν υπαρκτός τουλάχιστον από τότε. Το 1754 σημειώνεται «εις την περιοχήν του αυτού χωρίου (Καβαδάτων)» και κυβερνήτης του ήταν ο Νικολός Τζουκαλάς, ενώ το 1820 διοικείτο από αδελφότητα. Ανοικοδομήθηκε πριν τρεις - τέσσερις δεκαετίες αφού είχε ερειπωθεί, άγνωστο σε ποιό βαθμό και αν εμφάνιζε αρχαιολογική αξία. Σήμερα ανήκει στην οικογένεια Τσουκαλά.

Αγία Βαρβάρα
   Ερειπωμένος ναός που στέκεται μέσα σε ελαιώνα. Αξιοσημείωτο το γεγονός ότι το σωζόμενο στήριγμα της τράπεζας του ιερού πιθανόν αποτελεί τμήμα αρχαίου ραβδωτού κίονα άγνωστης προέλευσης.
Η καταρρέουσα Αγία Βαρβάρα.

      Η Αγία Βαρβάρα σύμφωνα με την πρωτοπαπαδική επίσκεψη του 1754, «ήτον εις κακήν κατάστασιν. Και ο ποτέ μισερ Πέτρος-Παύλος Κολιτάς την ανακαίνησε και έκανε και την ιερουργούσαν δια την ευλάβειάν του, ως καθώς έως την σήμερον ο μισερ Δημήτριος Κολιτάς, έχει την έγνοιαν της αυτής». Τη δεύτερη δεκαετία του 19ου αιώνα, βάσει του σχετικού κατάλογου, την κατείχε η Στελίνα Κολιτά και μεταγενέστερα πέρασε στην οικογένεια Δενδρινού. Περί το 1963 ανήκε στην οικογένεια Σαμοΐλη και εμφάνιζε σημάδια φθοράς με αποτέλεσμα να μπει σκοπός να ανακατασκευαστεί σε άλλο σημείο, κάτι που τελικά δεν έγινε.

Ταξιάρχης & Αγ. Κων/νος και Ελένη
      Ναός που βρίσκεται ΝΔ του χωριού, προς Αρίλλα. Στο χώρο λειτουργεί και νεκροταφείο. Διαθέτει καμπάνες του 19ου αιώνα εκ των οποίων η μία ανήκε στον, αφανισμένο πια, ναό της Υ.Θ. Οδηγήτριας και η δεύτερη στον ναό του Αγίου Σπυρίδωνα. Χτισμένος σε απλή μορφή, σύμφωνα με επιγραφή πλάι στην είσοδο, θεμελιώθηκε το 1947, σε μικρότερη μορφή από τη σημερινή και εγκαινιάστηκε το 1984. Άγνωστο αν υπήρχε σε παλαιότερη εποχή ομώνυμος ναός εκεί ή στην περιοχή. Πάντως δεν απαντά στους εκκλησιαστικούς καταλόγους του 18ου και 19ου αιώνα.

Άγιος Νικόλαος
            Ο ναός αυτός στέκει ΝΔ του χωριού, προς τον Αρίλλα. Είναι λιτός στην όψη και ανοικοδομήθηκε εκ βάθρων τη δεκαετία του 1950 στη θέση του παλιού ναού, επομένως σαν κτίριο δεν έχει ιστορικό ενδιαφέρον. Το 1754 καταγράφεται «εις την περιοχήν του αυτού χωρίου Καβαδάτων, εις τόπον λεγόμενον Αρίλα. Γιους του Σταυράκη Αλευκιμιώτη». Τον επόμενο αιώνα εμφανίζεται ως αδελφότητα με επίτροπο τον καλόγερο Γεράσιμο Κορακιανίτη. Σήμερα ανήκει στην οικογένεια Λευκιμμιάτη.

Υ.Θ. Οδηγήτρια
     Αφανισμένος σήμερα ναός, που βρισκόταν δυτικά και ψηλότερα από τον ναό του Αγίου Σπυρίδωνα, στη στροφή του κεντρικού δρόμου του χωριού. Στα μέσα του 18ου αιώνα εμφανίζεται ως «Θεοτόκος Οδηγήτρια» στο χωριό των Καββαδάτων διοικούμενος από αδελφότητα με κουμέσους τον Παναγιώτη Γουργαράκη και Νικολέτο Ράδο και εφημέριο τον π. Ιωάννη Αυγερινό. Το 1820 συνεχίζει να είναι συναδελφικός και έχει επίτροπους τον Στέλιο Λούβρο και Χαράλαμπο Γουδέλη. Σε κατοπινή εποχή ο ναός εγκαταλείφθηκε ή γκρεμίστηκε και η λατρεία του μεταφέρθηκε στον ναό του Αγίου Σπυρίδωνα όπου υπάρχει και η σχετική εικόνα. Δεν σώζονται κατάλοιπά του, παρά μόνο μια καμπάνα που βρίσκεται στο καμπαναριό του Ταξιάρχη.

Άγιος Ανδρέας
    Ναός μη υφιστάμενος που βρισκόταν νοτιοανατολικά του Αγίου Σπυρίδωνα, δίπλα σε ρέμα και βρύση η οποία κάποτε ύδρευε όλο το χωριό. Τη θέση του, προσεγγιστικά, μαρτυρά εικονοστάσι ενσωματωμένο στον περίβολο παλαιού πηγαδιού. Εμφανίζεται στην πρωτοπαπαδική επίσκεψη του 1754 «έξω από το αυτό χωρίον Καβαδάτων», επομένως όχι πολύ μακριά απ' αυτό, ως μετόχι του ναού του Αγίου Σπυρίδωνα. Μετόχι του ίδιου ναού απαντά και τον επόμενο αιώνα. Πιθανόν εγκαταλείφθηκε ή γκρεμίστηκε κατά τη συνένωση του Αγίου Σπυρίδωνα με την Υ.Θ. Οδηγήτρια. Δεν υπάρχει κανένα εμφανές απομεινάρι του.

    Πέρα λοιπόν από τους ναούς και τους επιτρόπους, στοιχεία σχετικά με τους ιερείς και μοναχούς βρίσκουμε σε μια απογραφή που βρέθηκε στο κρατικό αρχείο της Βενετίας και είναι του έτους 1641. Αυτο λοιπόν μας λέει πως στις κοινότητες Καββαδάδων, Αρμενάδων και Ραχτάδων την εποχή εκείνη καταγράφονται οι εξής ιερεις:
-Constantin Chandrino
-Andrea Mavropulo
-Nestora Armeni
-Nicolo Kavudistra
-Janni Mira
-Thimotheo Agatho
    Από άλλες πάλι συμβολαιογραφικές πράξεις  της περιόδου 1503-1507 βλέπουμε την συχνότητα εμφάνισης επωνύμων και την διαφορετικότητα τους. Συναντάμε οικογενειακά επώνυμα που πολλά από αυτά υπάρχουν έως και σήμερα και είναι τα εξής: Αυλωνίτης, Βραχνός, Βουργαράκης, Καβάδης, Κοκικόρης, Κοντός, Λευκιμμιάτης, Λιγνός, Μομός, Μηνάς, Ξένος, Πιτικάρης, Ράπτης, Χειμάρης. Σήμερα στο χωριό συναντάμε κάποια από τα παλαιά επώνυμα καθώς και άλλα διαφορετικά που πλέον θεωρούνται τυπικά της περιοχής: Τσουκαλάς, Αυγερινός, Χανδρινός, Λευκιμμιάτης, Ασπιώτης, Μακρής, Σπίγγος, Γιαννιώτης, Σαούλος, Φακιολάς, Χαλικιάς, Κομνηνός, Κούρκουλος και Λούβρος. Στο σημείο αυτό να επισημάνουμε πως παρ' όλες τις πληθυσμιακές ανακατατάξεις, τους πολέμους και γενικότερα της ροής του χρόνου στην περιοχή μας παρατηρείται μια σταθερή παρουσία συγκεκριμένων οικογενειών από τον πρώιμο 16ο αιωνα. Οικογένειες όπως των Λευκιμμιάτη, Κομνηνών, Χανδρινών, Βουλγαράκη, Αυγερινών και Τσουκαλά. Ασφαλώς και οι υπόλοιπες οικογένειες δεν είναι λιγότερο σημαντικές διότι πολλά απο τα σημερινά επώνυμα εμφανίζονται ίσως λίγο αργότερα στην περιοχή, 17ο και 18ο αιώνα και έχουν προσφέρει και ακόμη προσφέρουν στους Καββαδάδες. Υπάρχει ένα ακόμη επώνυμο που για πολλά χρόνια έχει αφήσει το στίγμα του στη ζωή του χωριού και αυτό είναι το Σαμοΐλης. Πρόκειται για τον ετεροθαλή αδελφό του βουλευτή Ανδρέα Δενδρινού που σήμερα απόγονοί του ζουν στο αρχοντικό του χωριού. Μέλη της οικογένειας αυτής των Σαμοΐλη, έχουν συνάψει συγγενικούς δεσμούς με αριστοκρατικές οικογένειες της Χίου, που ζουν και δραστηριοποιούνται σε πολλούς επιχειρηματικούς τομείς στην Αγγλία. Οικογένειες όπως οι Σεκιάρη, Ροδοκανάκη, Αγέλαστοι και Ράλλη. Αξίζει να αναφέρουμε πως ιδιαιτέρα η οικογένεια Ράλλη δημιούργησε επιχειρηματικά έναν οικονομικό κολοσσό στην Αγγλία  του 19ου αιώνα που οι δραστηριότητες του έφτασαν μέχρι την Ινδία. Η πασίγνωστη τότε φίρμα RALLI Bros με γενικό διευθυντή επιχειρήσεων τον Βασίλειο Σαμοΐλη και μετέπειτα τον Σπύρο Σαμοΐλη (ετεροθαλή αδελφό του Ανδρέα Δενρινού).
     Η κοινότητα Καββαδάδων ανέκαθεν υπήρξε μια δραστήρια επαγγελματικά περιοχή με ανθρώπους εργατικούς και φιλότιμους. Αξίζει να τονίσουμε πως από τα τέλη του 19ου  αιώνα στους Καββαδάδες, παρ' όλες τις οικονομικές δυσκολίες της εποχής αυτής, λειτουργούσαν γύρω στα δέκα ελαιοτριβεία, καμίνια κεραμικών και καμίνια παραγωγής ασβέστη, που όλα αυτά εκτός από τις αγροτικές εργασίες απασχολούσαν αρκετούς εργάτες δίνοντας επιπλέον μεροκάματο. Ελαιοτριβεία οικογενειών Τσουκαλά, Λευκιμμιάτη, Σαούλου, Χαλικιά που κάποια απ’ αυτά κοσμούν ακόμη το χωριό μας ως ζωντανά μουσεία. Τα καμίνια της οικογένειας Χανδρινού δυστυχώς δεν έχουν διασωθεί ως κτίσματα αλλά έχουμε καταγράψει αρκετές πληροφορίες για τη λειτουργία τους μέχρι το 1965 περίπου.
Καμίνι κεραμικών.

    Ένα καμίνι κεραμικών είχε τη μορφή που δείχνει το παραπάνω σχέδιο. Ήταν ένα πέτρινο κτίσμα χωρίς οροφή και στέγη, αποτελούμενο από δυο επίπεδα, τον θάλαμο καύσης και τον θάλαμο ψησίματος. Στη μια πλευρά υπήρχαν δυο τοξωτά ανοίγματα στον θάλαμο καύσης, οι «μπούκες», που τροφοδοτούσαν το καμίνι με καύσιμη ύλη για 24 συνεχείς ώρες. Το πόσο θα "φόρτωναν" το καμίνι να κάψει το έκρινε ο μάστορας σύμφωνα με τον καιρό και τον αέρα. Όλη η βάση του καμινιού ήταν χρισμένη τοξωτά κατά μήκος. Το δάπεδο του θαλάμου ψησίματος, που διακρίνεται διάστικτο στην εικόνα, είναι το λεγόμενο «τηγάνι» και ήταν διάτρητο με τρύπες που τις ονόμαζαν «φιρίδια». Πάνω εκεί στήνονταν κοντά κοντά τα κεραμικά σε όλη την επιφάνεια του τηγανιού και σε όλο το ύψος του. Ο θάλαμος αυτός ήταν χτισμένος γύρω γύρω με τοίχο αλλά στη μια πλευρά, που ήταν στο επίπεδο του δρόμου, υπήρχε χτισμένη πόρτα τούβλινη (φαίνεται με διακεκομμένες γραμμές στην εικόνα) για να διευκολύνεται η φορτοεκφόρτωση των κεραμικών. Φυσικά την άνοιγαν αφού είχε σβήσει το καμίνι.
Ακολουθεί και η σχετική ορολογία
*αλώνι: χώρος εναπόθεσης των άψητων κεραμικών για να στεγνώσουν στον ήλιο.
*τέζα: υπαίθρια αποθήκη για τη στέγαση των ψημένων κεραμικών.
Κεραμίδια στ' αλώνι του καμινιού της οικογένειας Χανδρινού.
*πουλάρα: ζυμωμένος και καθαρισμένος άργιλος, έτοιμος για χρήση, διακρίνεται πίσω από τον πάγκο εργασίας, σαν βουναλάκι λάσπης.
*τσεκούρι: χώρος που ζύμωναν τον καγιά με τα πόδια (λάκκος τσιμεντένιος με νερό) ώστε να αφαιρούνται τυχόν βότσαλα ή όστρακα που θα εμπόδιζαν το καλό ψήσιμο. στη συνέχεια οι εργάτες τον ζύμωναν και με τα χέρια.
*βάσκα: τσιμεντένια δεξαμενή με νερό, συνήθως πάνω από το τσεκούρι.
*τσάκαλης: ξύλο σε σχήμα Τ που χρησίμευε για να σαρώνουν το αλώνι από τυχόν πετραδάκια και άμμο, ώστε απλώνοντας τα καινούρια νωπά κεραμικά να μένουν καθαρά.
*φιρίδια: τρύπες σε απόσταση 10-15 cm η μια από την άλλη στην επιφάνεια του καμινιού ώστε να περνάει η φωτιά από μέσα. η διάμετρος του κάθε φιριδιού ήταν 5 περίπου cm.
*τηγάνι: διάτρητη επιφάνεια του καμινιού με τρύπες(φιρίδια)
*λαουρέντης: εργάτης γενικών καθηκόντων.
*καγιάς: είδος αργίλου.
*αμμούσα: ψιλή άμμος
*άψητα: έτσι ονόμαζαν τα κόκκινα κεραμικά που ενώ είχαν ψηθεί έσπαζαν με ευκολία. τα σωστά ψημένα "άσπριζαν" συνήθως.
*σιδηρίτες: με αυτό τον τρόπο ονόμαζαν τα κακοψημένα πράσινα κεραμικά που ενώ ήταν τα πιο γερά ήταν στραβά και γι' αυτό άχρηστα.
Όπως σε κάθε χωριό του νησιού μας έτσι και στους Καββαδάδες έχουμε πάρα πολλά τοπωνύμια που κάποια από αυτά παραμένουν ίδια εδώ και αρκετούς αιώνες. Κλείνοντας την παρουσίαση του χωριού, ενδεικτικά αναφέρουμε λίγα τοπωνύμια.
*Αγόριο-σε συμβολαιογραφικές πράξεις του μεσαίωνα αναφέρεται ως αγορές «ης ταις αγοραίς» (16ος αιώνας)
*Βοστίτσα- περιοχή που μαρτυρά την καλλιέργεια της συγκεκριμένης ποικιλίας σταφυλιού που ευδοκιμούσε κάποτε στην περιοχή.
*Κεραμωτή- περιοχή με ελαιώνα που μάλλον πηρέ το όνομά της εξαιτίας της μορφολογίας του εδάφους σε αναβαθμίδες.
*Τσέπερη- περιοχή με ελαιώνα λίγο πιο πάνω από την Κεραμωτή. Το όνομα Τσέπερης το συναντάμε σε αρχειακό υλικό του 16ου  αιώνα ως επώνυμο των Καββαδάδων. Ίσως πρόκειται για παλαιό ιδιοκτήτη της περιοχής.
*Σταυρός- η κορυφή των δυο προαναφερθέντων περιοχών. Οριοθετεί τις κοινότητες Αρμενάδων και Καββαδάδων.
*Πρίνος ή Λίνενας- πιθανόν το όνομα πρίνος υποδηλώνει παλαιότερη ύπαρξη του συγκεκριμένου φυτού μιας και η περιοχή σήμερα καλύπτεται από ελαιώνες. Το δεύτερο όνομα της περιοχής πιθανόν αναφέρεται σε παλαιό ιδιοκτήτη της περιοχής και μάλιστα γυναικά διότι οι ντόπιοι ακόμη λένε στης Λίνενας.
*Λάκκοι- περιοχή προς Μαγουλάδες που πήρε προφανώς το όνομά της λόγω της ιδιομορφίας της. Ο δρόμος μέχρι σήμερα ακολουθεί πυκνή ελικοειδή διαδρομή που μπορούμε να αναλογιστούμε το βαθμό δυσκολίας που είχε ως προς την διέλευση του από τους κατοίκους.
*Λάρνα, Κακον απέραμα- περιοχή που χρησίμευε αποκλειστικά ως μοναδικός δρόμος διέλευσης των κατοίκων από και προς τον Αρίλλα. Οι κάτοικοι αντιμετώπιζαν πάντα, ιδιαίτερα το χειμώνα μεγάλες δυσκολίες στη διέλευση της περιοχής εξαιτίας των ρεμάτων που υπήρχαν εκεί και του ανηφορικού εδάφους.
*Βοθίνοι- Περιοχή με ρέματα. Μέχρι σήμερα βοθίνους αποκαλούν τους ορμητικούς χείμαρρους.
*Τζινιάτι- περιοχή που πιθανόν ανήκε σε κάποιον με το επώνυμο Ζηνιάτης.
*Κουραμίλλας- περιοχή που από τον 16ο αιώνα αναφέρεται ως «στου κουραμου». Ενδέχεται η περιοχή να είχε πολλούς από τους θάμνους γνωστούς με το όνομα- κουραμιά/κουμαριά.
*Βουβάλα- περιοχή του Αρίλλα που αναφέρεται με αυτό το όνομα τουλάχιστον από το 1513. «χωράφιν..... λεγάμενον κατηφορικόν εις την Βουβάλαν ως καθώς τα κρατούν οι Σκαλαβάτες και Κομνηνάτες». Σε αυτό το σημείο να πούμε πως στην περιοχή ακόμη και σήμερα διατηρούν κτήματα οι Κομνηνοί.


Βιβλιογραφία
· Η Κέρκυρα και τα Ηπειρωτικά παράλια στα τέλη του Μεσαίωνα (1386-1462) - Σ. Ασωνίτης
· Η νήσος των Κορυφών τον 16ο αιώνα - Από μαρτυρίες του Ιστορικού Αρχείου Κέρκυρας, τομ. Α’ - Χ. Κόλλας
· Xώρος και πληθυσμός της Κέρκυρας τον 17ο αιώνα- Χ. Κόλλας
· Τα οικόσημα της Κέρκυρας -  Γιάννης Πιέρρης
· Η ιστορία της Κέρκυρας μέσα από τους δρόμους και τα καντούνια της - Γιάννη Τσανταρίδη
· Οι πράξεις του νοτάριου Δουκάδων Κέρκυρας Αρσένιου Αλεξάκη (1513-1516) - Δ.Π. Καραμπούλα, Λ. Παπαρρήγα-Αρτεμιάδη
· Μνημεία της Ελληνικής Ιστορίας-Κ. Σάθα (τεύχος 2)
· Η εξέλιξη των οικισμών και τα οικιστικά πρότυπα ανάπτυξης στη Β. Κέρκυρα – Μ. Κυριάκη, μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία, Ιόνιο Πανεπιστήμιο
· Ναοί και Μοναστήρια Κέρκυρας, Παξών και Οθωνών στα μέσα του ΙΗ΄ αιώνα - Καπάδοχος Χρ. Δημήτριος
· Εκκλησιαστική Γεωγραφία της Κέρκυρας τον 19ο αιώνα – Καρύδης Σπύρος
· Ορθόδοξες αδελφότητες και συναδελφικοί ναοί στην Κέρκυρα (15ος-19ος αι.) - Σπ. Καρύδης


Γεράσιμος Χανδρινός